Τον Σεπτέμβριο του 1881 ο οικισμός Αγία Παρασκευή Άρτας ήταν ακόμα τσιφλίκι. Επιστάτης στο τσιφλίκι ήταν ο Αλβανός Κιαμήλ. Στην Αγία Παρασκευή κατοικούσε ο Δημήτρης Σιάνας με την γυναίκα του, την Λάμπραινα.
Αυτοί είχαν ένα πηγάδι. Μια μέρα που έλειπε ο Σιάνας, ο Αλβανός Κιαμήλ γέμισε στο ποτάμι κάποια αγγεία με νερό και το κρέμασε, όπως έκαναν παλιά στο πηγάδι για να είναι δροσερά. Ο Σιάνας και Λάμπραινα είχαν δύο κορίτσια και ένα αγόρι, το μικρότερο από τα τρία παιδιά. Τα κορίτσια της Λάμπραινας έβαλαν μπουγάδα αλλά δεν γνώριζαν πως είχε ρίξει μέσα ο Κιαμήλ τα αγγεία και προσπαθώντας να βγάλουν νερό, του έσπασαν κάποια από αυτά.
Όταν ήρθε ο Κιαμήλ, η Λάμπραινα του Σιάνα ανέλαβε την ευθύνη και έδωσε στον Κιαμήλ ένα Μετζήτι *γρόσι, αυτός όμως δεν αρκέστηκε. Αφού την σάπισε στο ξύλο με τον κόπανο επέμενε να μάθει ποιος ευθύνεται. Η μάνα φοβήθηκε για τις κόρες και υπέδειξε το δεκάχρονο αγοράκια. Τότε αυτός ο άθλιος κλείνει την μητέρα και τα κορίτσια σε ένα δωμάτιο, αρπάζει το αγοράκι, του περνά θηλιά και το κρεμά σε ένα δένδρο δίπλα από την πόρτα.
Όταν από μία τρύπα του σπιτιού η μάνα είδε το παιδί της κρεμασμένο έσπασε την πόρτα βγήκε έξω, το ξεκρέμασε, αλλά ήταν ήδη αρ-γά. Σε λίγο το παιδί πέθανε στην αγκαλιά της Σιάναινας. Φυσικά η Οθωμανική διοίκηση της Φιλιππιάδας δεν τον πείραξε καθόλου και όχι μόνο αυτό, ο Κιαμήλ μπαινοβγαίνει στην Άρτα χωρίς να έχει συμβεί τίποτα. Μόνο όταν η εφημερίδα «ΑΡΤΑ» έγραψε το συμβάν και ζήτησε να τιμωρηθεί από τις ελληνικές αρχές ή να τον λιντσάρουν, πρέπει να σταμάτησε να μπαινοβγαίνει στο Ελληνικό. Το όνομα του Κιαμήλ το έχω συναντήσει και σε άλλα κακουργήματα.
Το επεισόδιο έγινε γνωστό από την Εφημερίδα «ΑΡΤΑ» στις 2 Οκτωβρίου1881, αριθμός φύλλου 5, στήλη: Διάφορα.
Ελεύθερη μετάφραση από
τα Γαλλικά: Φώτης Βράκας