Ο σκηνοθέτης και ζωγράφος Στράτος Π. Στασινός γεννήθηκε στη Γραμμενίτσα το 1945 κι έφυγε από κοντά μας έναν βροχερό Νοέμβρη του 2009. Ωστόσο, η ιερότητα της λιτής του Τέχνης και του δικού του βλέμματος εξακολουθούν να λάμπουν μέσα στην πλημμυρίδα του οπτικού παροξυσμού της εποχής μας.
Για τη ζωή και το έργο του Στράτου έχω γράψει αναλυτικά στο βιβλίο μου «Μικρή Πατρίδα». Στο σημερινό σημείωμά μου, όμως, θα ήθελα να γράψω τα συναισθήματά μου για τη βράβευσή του από τον Πολιτιστικό Σύλλογο του χωριού μας, τη δεύτερη Κυριακή της Αποκριάς, όπου και κορυφώνονται οι καρναβαλικές μας εκδηλώσεις.
Ο Στράτος βραβεύτηκε πάρα πολλές φορές από κορυφαίους οργανισμούς και θεσμούς. Ωστόσο η μεθαυριανή βράβευση, για τον Στράτο που γνώρισα, θα είναι η κορυφαία. Το λέω αυτό με όλο το βάρος της υπογραφής μου, γιατί ο Στράτος με τίμησε για πολλά χρόνια με τη φιλία του, μια φιλία που για μένα ήταν και νοητικά ταξίδια και αποκαλυπτικά πλάνα μιας ζωής που συνήθως μας διαφεύγει.
Εξ αιτίας αυτής της σχέσης, λοιπόν, γνωρίζω πολύ καλά ότι ο Στράτος περισσότερο από οτιδήποτε άλλο στη ζωή του αγαπούσε το «Γαϊτανάκι» του χωριού μας.
Το λαϊκό αυτό δρώμενο αποτελούσε για τον Στράτο κυτταρική μνήμη. Ήταν η μορφή, ο ρυθμός και ο παλμός της βαθύτερης πατρίδας μας. Στο «Γαϊτανάκι» και στους συμβολισμούς του ο Στράτος έβλεπε τις αρχέγονες δυνάμεις της ζωής και του θανάτου, την ψυχή των συγχωριανών του στου κύκλου τα γυρίσματα, την αλογόκριτη γλώσσα του σώματος που «μιλάει» αιώνες για τη γη και τη φύση στη δυναμική μιας παράδοσης που ο Στράτος εμπλούτισε και ανέδειξε με το πολιτισμικό του απείκασμα, με τον πολιτισμό τού λόγου του και το άλ- γος της εικόνας του, ιδιαίτερα στην ταινία του «Ήπειρος».
Με την ευκαιρία θέλω να πω πως αυτό το ζωντανό έθιμο πέρασε κάποιες εποχές, όπου πήγε να χαθεί. Ήταν εκείνες οι εποχές του νεοπλουτισμού και του σνομπισμού για κάθε τι παραδοσιακό και δημώδες. Εκείνες τις δύσκολες εποχές, λοιπόν, κράτησε το έθιμο μια μικρή ομάδα συγχωριανών μας. Θα αναφέρω μόνο αυτούς που έφυγαν από τη ζωή, τον Γιώργο Χαντζάρα, τον Σπύρο Μπασιούκα και τον Κώστα Ζώγο. Αυτές τις μορφές, αλλά και όλους τους «παλιούς», τους φέρνω στο μυαλό μου κάθε φορά που τυλίγονται και ξετυλίγονται οι κορδέλες στην πλατεία, κι εγώ πιάνω μια γωνιά με το βλέμμα μου προσηλωμένο στο γαλανόλευκο κοντάρι όπου πλέκεται ο προσωπικός και ο συλλογικός μας μύ- θος, όπου σφιχτοδένεται ο κοινωνικός μας ιστός με τη λεβεντιά και τη δύναμη που στήριξαν το μεγάλο δέντρο της φυλής μας μέσα σε αντίξοες ιστορικές συνθήκες.
Επανέρχομαι όμως στον Στράτο. Μας άφησε έναν βροχερό Νοέμβρη του 2009. Μα είναι πάντα εδώ. Και το βράδυ της Κυριακής θα είναι στην πλατεία του χωριού μας ο Στράτος, με όλη τη λάμψη της προσωπικής του μυθολογίας. Και θ’ ακούσουμε τη φωνή του, να μιλάει με αγάπη για το «Γαϊτανάκι» μας, όπως τότε, το 2003, στις παραμονές της μετάβασής μας στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, στην επιστολή που είχε στείλει στον τότε δή- μαρχο κ. Νικόλαο Κέφη, και από την οποία δανείζομαι ένα απόσπασμα που δείχνει την αγωνία του για τα έθιμα του τόπου μας, και, πάνω απ’ όλα, το ήθος του:
Κύριε Δήμαρχε, θα θυμάστε, φαντάζομαι, την απάντησή μου στην πρότασή σας για την τιμητική διάκριση στο πρόσωπό μου, εκ μέρους του Δήμου Βλαχέρνας, για τις δημιουργίες μου. Σας ζήτησα αντί για προσωπική διάκριση, ότι θα ήταν καλύτερο να κάνατε το γαϊτανάκι όπως παλιά, και αυτό θα το δεχόμουν σαν τη μέγιστη τιμή.
Και μιας και ο λόγος περί εθίμων, θα ήθελα κάποια στιγμή, συντόμως ευελπιστώ, να συζητήσουμε για τον πολιτισμικό πλούτο που χάνεται, τόσο για τη Γραμμενίτσα, όσο και από το Κορφοβούνι, τη Βλαχέρνα και το Γρίμποβο. Ό τι περισώσουμε θα είναι κέρδος για τον τόπο μας, τους νέους και τα παιδιά που είναι το μέλλον του. Από μένα θεωρείστε δεδομένη την όποια βοήθεια μπορώ να προσφέρω, θα το κάνω με χαρά και πάντα ανιδιοτελώς».
Την Κυριακή θα είμαστε όλοι εκεί, Στράτο.