Φίδια, φωτιές, θανατικά, αυτοκτονίες, δαγκώματα σκορπιών, πουκάμισα της έχιδνας, δαγκαμένο αντίχειρα, κομμένα δάχτυλα, μια δεκαεπτάχρονη θα καεί όπως η λαμπάδα, το παιδί της Γερακίνας που δεν σαράντισε, ένα κορίτσι που θα μείνει ανύπαντρο, συμφορές που δεν τέλεψαν, κατάρες, όρκοι θεμελίωσαν τη φάρα του Γιαννακού και της Γερακίνας το 1775, στην κωμόπολη Αρναία του Χολομώντα Χαλκιδικής.
Το σπιτικό του μελισσοκόμου Γιαννακού φιλοξένησε δύο ημέρες τον καλόγερο Πατρο-Κοσμά, που κουβαλούσε μαζί του ένα σκαμνί, που το έκαμε από καστανίτικα ξύλα κι ανέβαινε πάνω του όταν ήθελε να βγάλει λόγο στους χριστιανούς.
Το σκαμνί αυτό το άφησε ο γέροντας σαν ενθύμημα στην οικογένεια που τον φιλοξένησε και τους είπε «οι χριστιανοί να απέχουν από μαγικά βότανα, εξορκίσματα, διαβολικά μαντολογήματα και γητεύματα». Τους είπε τα μελλούμενα: «Όλος ο ντουνιάς θα ταραχθεί, αλλά οι ποδιές του Χολομώντα δεν θα ταραχθούν». «Θάρθει καιρός, Γιαννακέ που θα δεθούν ούλοι οι άνθρωποι με μπαμπακόραμμα κι εσύ θα μιλάς εδώ και θα σ’ ακούει ο γιος σου που είναι στην άλλη άκρη του κόσμου». «Καλύτερα να έχεις ελληνικό σχολείο στη χώρα σου παρά να έχεις βρύσες και ποτάμια, γιατί οι βρύσες ποτίζουν το σώμα, τα σχολεία ποτίζουν την ψυχή. Και σαν μάθεις το παιδί σου γράμματα, τότε λέγεται άνθρωπος. Και θάρθει καιρός που για ένα σκολειό κι ένα καμπαναριό θα χυθεί ποτάμι το αίμα. Μα εσείς μη φοβάστε. Οι ποδιές του Χολομώντα μια νύχτα θα κοιμηθούν δούλες και την άλλη την αυγή θα ξυπνήσουν λεύτερες».
Το σκαμνί αυτό, παλιό και κακοπαθημένο, αλειμμένο με λάδι και κερί, θα αλλάξει διαδοχικά χέρια και θα συντροφεύσει τους επιγόνους της οικογένειας τα επόμενα διακόσια χρόνια. Το σκαμνί του Πατρο-Κοσμά που το δώρισε στους προπάτορες της οικογένειας και θα σωθεί στους αιώνες των αιώνων.
Το σκαμνί αυτό ήταν πάντα κοντά τους κι ήταν ευλογία να πάει στα χέρια της επόμενης γενιάς σαν έπιπλο, σαν εργαλείο, σαν φυλακτό και στόμα με στόμα είχε φτάσει και στα δικά τους αυτιά, των παιδιών, ο μύθος πως ο Πατρο-Κοσμάς όπου πήγαινε το κουβαλούσε πάντα φορτωμένο στο μουλάρι του. Πάνω σ΄ αυτό άναβε το θυμιατό και το καντήλι του, πάνω σ΄ αυτό ανέβαινε κι έβγαζε λόγο, πάνω σ΄ αυτό έκανε το κήρυγμα στον Αϊ-Στέφανο κι όταν ήρθε η ώρα να φύγει, το χάρισε στον Γιαννακό σαν ευχαριστώ για τη φιλοξενία και το φαγητό, μαζί με την ευχή να μακροημερεύσει αυτός κι η φαμίλια του κι έτσι είχαν κι οι γονείς τους μεγάλο σέβας στο σκαμνί…
Ποια είναι: Η Κέλλυ Πάλλα γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου σπούδασε φιλολογία και ζει έως σήμερα. Συντονίζει βιβλιοφιλικές ομάδες και δράσεις. Βιβλιοκρισίες της έχουν δημοσιευτεί σε ηλεκτρονικά και έντυπα περιοδικά. Έχει γράψει τα: Σκόνη του τίποτα – Επτά επάλληλες ιστορίες, εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2013 και Γιούκα, η ηδονοβλεψίας, μυθιστόρημα, εκδόσεις Νησίδες, 2017.