Τα πρόσφατα κρούσματα βίας στη χώρα μας αλλά και στο εξωτερικό, ο συνεχιζόμενος πόλεμος στην Ουκρανία, η διαφαινόμενη αδυναμία των ΗΠΑ να επιβληθούν ως απόλυτη υπερδύναμη, αλλά και η αδράνεια προς το παρόν της Κίνας, ο προβληματισμός στο εσωτερικό της ΕΕ και η τάση των πολιτών της να ενισχύουν αυταρχικές πολιτικές σε πολλές χώρες, δημιουργούν την εντύπωση ότι (με αφορμή και τα όσα συνέβησαν και συμβαίνουν με τον κορωνοϊό) περάσαμε από την εποχή των βεβαιοτήτων σ’ αυτή των αβεβαιοτήτων.
Για τους ερευνητές του McKinsey Global Institute ζήσαμε το τέλος της «Εποχής των Αγορών» και είμαστε στην αυγή μιας νέας εποχής, εμφανώς διαφορετικής. Σύμφωνα με άρθρο στην ιστοσελίδα in.gr, παρότι τις μέρες της πανδημίας ήταν διάχυτη η επιθυμία να έρθει το τέλος της υγειονομικής έκτακτης ανάγκης για να μπορέσουν οι άνθρωποι να επιστρέψουν στην κατάσταση που ήταν πριν την πανδημία, είναι αρκετά εμφανές ότι η «επιστροφή» είναι πάντα μια φαντασίωση και ο κόσμος έχει ήδη αλλάξει. Το ερώτημα επομένως δεν είναι εάν ο κόσμος έχει αλλάξει, αλλά πόσο μεγάλη είναι η αλλαγή.
Ποια, όμως, είναι τα χαρακτηριστικά που οι αναλυτές της McKinsey θεωρούν ότι μπορούμε να διακρίνουμε για τη νέα εποχή; Τα ορίζουν κυρίως ως μια σειρά από μεταβάσεις. Έτσι από έναν μονοπολικό κόσμο μεταβαίνουμε προς έναν πολυπολικό κόσμο. Ως αποτέλεσμα δεν μιλάμε πλέον για παγκόσμια τάξη, αλλά για περιφερειακή και αντίστοιχα μεταβαίνουμε και σε εντονότερη πόλωση. Έπειτα αυτό που έχουμε σε σχέση με την τεχνολογία ένας κορεσμός που οδηγεί στη μετάβαση σε περισσότερο «εγκάρσιες» τεχνολογίες, ιδίως με βάση και την ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης.
Αντίστοιχα, έχουμε μετάβαση από έναν νεαρής ηλικίας κόσμο σε έναν κόσμο πιο γερασμένο, όπου η απειλή είναι λιγότερο οι μεταδο- τικές ασθένειες και κυρίως οι μη μεταδοτικές. Είναι, όμως, και ένας κόσμος όπου αντί για εντεινόμενες ανισότητες μέσα σε κάθε χώρα βλέπουμε περισσότερες απόπειρες για νέα κοινωνικά συμβόλαια. Και βέβαια είναι μια εποχή μετάβασης από την μεγάλη κατανάλωση ορυκτών καυσίμων στη μεγάλη δαπάνη για την αντικατάστασή τους, συνθήκη που διαμορφώνει και νέους ανταγωνισμούς για τους κάθε λογής πόρους.
Είναι τέλος, μια εποχή όπου δεν έχουμε πλέον ένα δισεκατομμύριο ανθρώπους σε ρυθμούς υπερανάπτυξης, αλλά μια «κανονικόποίηση» της ανάπτυξης. Όλα αυτά συνδυάζονται και με το ότι πλέον δεν είμαστε στον αιώνα όπου τον τόνο έδιναν κυρίως οι χώρες του ΟΟΣΑ, αλλά στον Ασιατικό αιώνα. Οι αναλυτές της McKinsey επιλέγουν να μη δώσουν συγκεκριμένο όνομα ακόμη σ’ αυτή την εποχή. Όμως, είναι σημαντικό ότι εντοπίζουν πραγματικές αλλαγές και δυναμικές μετασχηματισμού, την ώρα που δεν παραλείπουν να σημειώσουν όλα τα ανοιχτά ερωτήματα που υπάρχουν για το προς τα πού θα πάνε τα πράγματα.
Τη δυσκολία να απαντηθεί το προς τα πού κατατείνουν όλες αυτές οι αλλαγές σημείωσε στους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς και η βρετανή δημοσιογράφος και αναλύτρια, Τζίλιαν Τέττ. Η Τεττ αναγνωρίζει τη μετάβαση σε έναν περισσότερο πολυπολικό κόσμο, σημειώνοντας ότι αυτό συνδυάζεται με εντονότερο προστατευτισμό, με συγκρούσεις και πόλεμο.
Ταυτόχρονα, επισημαίνει ότι αλλάζει και η σχέση ανάμεσα στις επιχειρήσεις και την κοινωνία. «Ένας κόσμος που απειλείται από την κλιματική αλλαγή, τις πανδημίες και τον πόλεμο είναι ένας κόσμος στον οποίο το κράτος είναι πιο πιθανό να παρέμβει επιθετικά στις επιχειρήσεις», τονίζει.
Όλα αυτά αποτυπώνουν ακριβώς ότι είμαστε μέσα σε μια διαδικασία μετασχηματισμού, που τα βασικά χαρακτηριστικά της θα μπορέσουμε να τα συλλάβουμε πραγματικά όταν ολοκληρωθεί σε σημαντικό βαθμό, οπότε και θα φανεί ένα πιο σαφές περίγραμμα. Το σίγουρο είναι ότι μια εποχή που σφραγίστηκε από την αμερικανική πρωτοκαθεδρία (σε ορισμένες περιόδους και μονοκρατορία), την ηγεμονία του νεοφιλελευθερισμού και την εμπιστοσύνη στον υποτίθεται εγγενή ορθολογισμό των αγορών, έχει εδώ και καιρό παρέλθει.
Αντιθέτως, ένας νέος κόσμος αναδύεται, περισσότερο διαιρεμένος, πολύ πιο συγκρουσιακός, με μεγαλύτερη έμφαση στο ρόλο και την παρέμβαση των κρατών, ένας κόσμος πολύ λιγότερο δυτικός παρά ποτέ, τόσο ως προς τον γεωγραφικό εντοπισμό και καταμερισμό των σημείων έμφασης, όσο και προς την κουλτούρα και το πολιτισμικό αποτύπωμα. Αυτό μπορεί να εξηγήσει και τη φόρτιση των πολώσεων που είναι σήμερα ενεργές, αλλά και γιατί τελικά περισσότερο παρά ποτέ απαιτούνται νέα εργαλεία σκέψης για έναν κόσμο που στην πραγματικότητα έχει ήδη αλλάξει.
Πώς μπορούμε να προετοιμαστούμε για τις αλλαγές αυτές; Νομίζω ότι τώρα, περισσότερο από ποτέ, θα πρέπει να δώσουμε έμφαση στην ανανέωση και τον εκσυγχρονισμό της εκπαίδευσης, στην ανάπτυξη μιας προσέγγισης ανθρωπιστικής με ενίσχυση της κριτικής ικανότη- τας. Είναι αυτό που ο διακεκριμένος καθηγητής Παιδαγωγικής, σερ Κέννεθ Ρόμπινσον ονομάζει «αλλαγή μοντέλου». Είναι αυτό που από παλιά στη χώρα μας ονομάζουμε ανθρωπιστική παιδεία με κέντρο τον άνθρωπο.
Είναι αυτό που από το 1963, στην ομιλία του για το βραβείο Νόμπελ είχε επισημάνει ο μεγάλος μας ποιητής, Γιώργος Σεφέρης, ότι «η συμπεριφορά του ανθρώπου δε μοιάζει να έχει αλλάξει βασικά. Και πρέπει να προσθέσω πως νιώθει πάντα την ανάγκη ν’ ακούει τούτη την ανθρώπινη φωνή που ονομάζουμε ποίηση.
Αυτή τη φωνή που κινδυνεύει να σβήσει κάθε στιγμή από στέρηση αγάπης και ολοένα ξαναγεννιέται». Για να προσθέσει το βασικότερο, αυτό που θα πρέπει να είναι η έκκληση όλων μας στις δύσκολες μέρες που ζούμε και που έρχονται: «Σ’ αυτό τον κόσμο, που ολοένα στενεύει, ο καθένας μας χρειάζεται όλους τους άλλους. Πρέπει ν’ αναζητήσουμε τον άνθρωπο, όπου και να βρίσκεται.
Όταν, στο δρόμο της Θήβας, ο Οιδίπους συνάντησε τη Σφίγγα κι αυτή του έθεσε το αίνιγμά της, η απόκρισή του ήταν: ο άνθρωπος. Τούτη η απλή λέξη χάλασε το τέρας. Έχουμε πολλά τέρατα να καταστρέψουμε. Ας συλλογιστούμε την απόκριση του Οιδίποδα».

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ