Αμφιβολίες το μυαλό μου βασανίζουνε πολλές, Αμφιβολίες τρελές.
Η αλήθεια είναι ότι δεν είχα καταλάβει τίποτα. Όταν μου είπαν ότι ο φίλος μου ο Νίκος, έλεγε κομματάκι πολλά ψέματα, ακόμα και για την ηλικία του, στην τρίτη δημοτικού, με πείραξε λίγο. Το σκέφτηκα για 5 έως 6 λεπτά, μα μόλις άρχισα να κλωτσάω μια μπάλα το ξεπέρασα. Αλλά, θα πληγωνόμουν πολύ αν μου έλεγε ψέματα η δασκάλα μου. Σ’ εκείνη την ηλικία, η δασκάλα μου ήταν κάτι σαν εκπρόσωπος των θεσμών στην δική μου καθημερινότητα.
Κι επειδή πάντα μου αρέσει να εξετάζω αν αισθάνομαι μόνο εγώ έτσι ή υπάρχουν και άλλοι με τις ίδιες Αμφιβολίες, ανακάλυψα ότι στη χώρα μας, εδώ και χρόνια υφίσταται εμφανώς μία παγιωμένη δυσπιστία των Ελλήνων πολιτών απέναντι στους θεσμούς. Ειδικότερα από το 2009 και μετά, που η οικονομική κρίση χτύπησε την πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών (γιατί όσο χτυπούσε την μειοψηφία δεν μας ένοιαζε), όλες οι μελέτες αποτυπώνουν μία διαρκή δυσπιστία, η οποία άρχισε ως δυσπιστία στα κόμματα, μετά στους πολιτικούς, μετά στα όργανα της εξουσίας και τέλος επεκτάθηκε σε όλους του θεσμούς.
Οι πολιτισμικές και οι θεσμικές θεωρίες είναι οι δύο κυρίαρχες προσεγγίσεις που έχουν διατυπωθεί σχετικά με την προέλευση της εμπιστοσύνης και την σχέση της με τη λειτουργία των θεσμών. Οι πρώτες εστιάζουν στην άποψη ότι η εμπιστοσύνη στο πολιτικό σύστημα και τους πολιτικούς θεσμούς είναι εξωγενής και διαμορφώνεται κυρίως από τις συλλογικές παραδόσεις και αξίες ή τις προσωπικές εμπειρίες και τις διαδικασίες κοινωνικοποίησης των ατόμων. Οι δεύτερες, αντίθετα, υποστηρίζουν ότι η πολιτική εμπιστοσύνη είναι ενδογενής και είτε προκαλείται από την συνολική αποτελεσματικότητα της λειτουργίας των θεσμών, είτε προέρχεται από τις ατομικές προσλήψεις και αξιολογήσεις σχετικά με την απόδοσή τους.
Σήμερα στη χώρα μας, έχουμε φτάσει στο σημείο, ακόμα και εάν το κόμμα το οποίο ψηφίζουμε έρθει στην εξουσία, να ζούμε όλοι κάτω από την ίδια συνεχή αγωνία, λόγω της έλλειψης εμπιστοσύνης στους θεσμούς. Όταν εμείς λείψουμε, ποιος θα νοιαστεί για τα παιδιά μας; Τι θα απογίνουν; Που μπορεί κάποιος να βρει ελευθερία και δικαιοσύνη; Στο ΙΚΑ; Στην Εφορία; Στην Αστυνομία; Στα ΜΜΕ; Στα κόμματα; Στους πολιτικούς; Στις Ανεξάρτητες Αρχές; Στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας; Στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο; Στο ΔΝΤ; Στον ΟΗΕ; Πού;
Μα αν τελικά η εμπιστοσύνη στους θεσμούς είναι θεμελιώδης για τη λειτουργία της δημοκρατίας γιατί συνδέει τους πολίτες με τους θεσμούς που τους εκπροσωπούν, διασφα- λίζοντας έτσι και τη νομιμοποίηση και την αποτελεσματικότητα μιας δημοκρατικής διακυβέρνησης, τότε τελικά μήπως εκφυλίζεται το αρχικό ερώτημα; Και αντί να ρωτάμε για την εμπιστοσύνη στους θεσμούς, τελικά στην ουσία ρωτάμε για την ποιότητα και την καθαυτό νομιμοποίηση της δημοκρατίας μας;
Και πώς είναι δυνατόν οι ίδιοι Έλληνες σε όλες τις μελέτες να ψηφίζουν τα μικρότερα ποσοστά εμπιστοσύνης στους θεσμούς σε ολόκληρη την ΕΕ και ταυτόχρονα να ψηφίζουν τις ίδιες κυβερνήσεις, χωρίς έμπρακτη διαμαρτυρία; Και ποιός φταίει πιο πολύ τελικά; Ο κλέφτης; Ή η δικαιοσύνη που δεν τον τιμωρεί; Φταίει ο ελεγχόμενος; Ή ο ελεγκτής; Κι αν φταίει πιο πολύ ο ελεγκτής, ποιός είναι αυτός; Μήπως η απάντηση στο ερώτημα αυτό υπάρχει ήδη και είναι το Άρθρο 1 του Συντάγματος;
1. Tο πολίτευμα της Eλλάδας είναι Προεδρευόμενη Kοινο- βουλευτική Δημοκρατία.
2. Θεμέλιο του πολιτεύματος είναι η λαϊκή κυριαρχία.
3. Όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το Λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού και του Έθνους και ασκούνται όπως ορίζει το Σύνταγμα.
Τελικά, αν είναι έτσι, τότε μήπως φταίω εγώ; Και αν θέλω να διορθωθούν τα πράγματα, ακόμα και αν έχω Αμφιβολίες πολλές – Αμφιβολίες τρελές, μήπως πρέπει να κάνω κάτι εγώ; Γιατί απ’ ότι φαίνεται, Προεδρευομένη Kοινοβουλευτική Δημοκρατία δεν είναι να πηγαίνω να ψηφίζω κάθε τέσσερα χρόνια. Είναι να συμμετέχω διαρκώς ενεργά, ώστε όλοι οι θεσμοί να λειτουργούν με πλήρη διαφάνεια και υπό λαϊκή κυριαρχία. Δεν το λέω εγώ. Το Σύνταγμα το λέει.
Ένοχος, υπεράνω πάσης Αμφιβολίας