Είπε το φεγγάρι στη νύχτα/ Πάντως εσύ νύχτα είσαι
τυχερή/ έξοδα μηδέν σου δίνουν φως δωρεάν τα
αστέρια/ παίρνεις κι ένα μικρό ενοίκιο από τα όνειρα.
Κική Δημουλά
Καλό φεγγάρι, ξερικό, χλωμό, του θερισμού, Αυγουστιάτικο, δακρυσμένο, κόκκινο, δίδυμο, πότε κορδωμένο στη φέξη, πότε κρεμασμένο στη χάση.
Ο φυσικός δορυφόρος της γης που μπαίνει σφήνα στην απεραντοσύνη της νύχτας. Ο πιο φανταχτερός περιπατητής του ουράνιου θόλου. Ένας μύθος που για αιώνες τον συντηρούσε κι εξακολουθεί να τον συντηρεί ο άνθρωπος. Πηγή έμπνευσης για τα γράμματα και την τέχνη, αγαπημένο θέμα των ποιητών, των στιχουργών και των συγγραφέων. Νύχτα χωρίς φεγγάρι είναι νύχτα χωρίς όνειρα.
Ταξιδεύουμε μαζί του, το λατρεύουμε, κι απέχει από τη γειτονιά μας μόλις 384.000 χιλιόμετρα. Το πρώτο ταξίδι προς τα μέρη του το κάναμε με την φαντασία του Ιουλίου Βερν. Η διαστημική εποχή ουσιαστικά ξεκίνησε το 1957, αφότου η τότε Σοβιετική Ένωση έθεσε σε τροχιά, για τ’ ουρανού το πανηγύρι, τον πρώτο τεχνητό δορυφόρο. Ο Δαίδαλος και ο Ίκαρος ξεπεράστηκαν από τους πυραύλους.
Σαν γίναμε έφηβοι, ένα όνειρο αιώνων έγινε πραγματικότητα. Άφωνη όλη η ανθρωπότητα, μέσα από τις ασπρόμαυρες οθόνες της τηλεόρασης, έγινε μάρτυρας ενός ασύλληπτου κατορθώματος. Για πρώτη φορά ο άνθρωπος έσπασε τα δεσμά του πλανήτη του και πέταξε έξω απ’ αυτόν. Σαν μυθοπλασία φάνταζε, άνθρωποι μέσα σε διαστημικές στολές να κινούνται πάνω στο σεληνιακό πανόραμα.
Ήταν για την Ελλάδα πέντε η ώρα το πρωί στις 21 Ιουλίου του 1969. Ο Αμερικανός αστροναύτης Νηλ Άρμστρογκ πάτησε το πόδι του στη θάλασσα της ηρεμίας με όχημα την σεληνάκατο που μόλις είχε προσεληνωθεί και αφού είχε αποκολληθεί από το διαστημόπλοιο «Απόλλων 11».
Ένα πρωτόγνωρο γεγονός που το παρακολουθήσαμε τηλεοπτικά οι περισσότεροι στην πόλη μας, από την βιτρίνα του καταστήματος «Τσολιά» της οδού Σκουφά. Η τηλεόραση ήταν μεγάλη πολυτέλεια για τα σπίτια μας. Στα όρια του ουράνιου ωκεανού ο άνθρωπος έκανε το πρώτο του βήμα για τα άστρα. Εκεί πάνω χωρίς βαρύτητα, χωρίς ατμόσφαιρα να φιλτράρει την ηλιακή ακτινοβολία, χωρίς θαλάσσιους ωκεανούς να απορροφούν την θερμότητα, χωρίς ανέμους και ρεύματα, χωρίς οξυγόνο, με συν εκατό βαθμούς Κελσίου τη μέρα και μείον εκατόν πενήντα τη νύχτα.
Μολονότι το 1969 έχασε όλα τα μυστικά του, το φεγγαράκι δεν θα πάψει ποτέ να κεντρίζει τη φαντασία των επί της γης. Η ανθρώπινη φύση ζητά συνεχώς απαντήσεις από το πιο μαγικό, το πιο ρομαντικό επουράνιο σώμα. Η Πανσέληνος έγινε τραγούδι κι αναστεναγμός. «Χάρτινο το Φεγγαράκι», «Νύχτα χωρίς φεγγάρι», «Σβήσε το φεγγάρι», «Θα πιω απόψε το φεγγάρι». Στα νυχτερινά του στέκια κυκλοφορούν μονίμως οι ερωτευμένοι. Ράβει όνειρα, απαλαίνει την ψυχή αποθέτοντας μέσα της μια σπάνια γαλήνη, ζεσταίνει καρδιές, συνοδοιπορεί τους νυχτερινούς επισκέπτες και γίνεται όχημα για προσωπικά ταξίδια.
Κυρίαρχο καταμεσής στη νύχτα, τυλιγμένο στο ασημένιο του φως ανακουφίζει, σπάει τις μοναξιές και μπαίνει σε παρέες. Χωρούν όλοι εκεί επάνω στη γέμισή του. Ερωτευμένοι, δραπέτες, άνθρωποι καλοί, κακοί, φευγάτοι κι άλλοι κυνηγημένοι. Η μεγαλοπρέπειά του πότε το κάνει ρομαντικό και πότε μελαγχολικό. Λούζει τον καθαρό ουρανό με απαλό φως και κρύβει τους γαλαξίες. Ποιος, αλήθεια, μπορεί να αντισταθεί στη μαγεία μιας ωραίας νύχτας φεγγαρολουσμένης, με τη θάλασσα να παίρνει ένα χρώμα ασημί και τα βουνά μια κόκκινη λάμψη;
«Στη γέμιση του φεγγαριού μου κάνανε τα μάγια/ μήτε γιατροί με γιάτρεψαν, μήτε παπάς με τ’ άγια». Λένε ότι φταίει η Πανσέληνος όταν ο ύπνος μας γίνεται ανήσυχος και η συμπεριφορά μας ακατανόητη. Λένε ότι φταίει για όλες τις ανθρώπινες υπερβολές και αυθυποβολές. Λένε ότι φταίει- «και όντως… φταίει»- για διάφορα φυσικά φαινόμενα επί της γης, όπως οι παλίρροιες κα. Και τι άλλο θα του φορτώσουμε…
Κι αν σταθούμε τυχεροί καμιά φορά κοιτάζοντας προς τον ουρανό, ενδεχομένως κάπου στην επιφάνειά του να εντοπίσουμε μια επιγραφή με υπογραφές γήινων. «Εδώ, άνθρωποι από τον πλανήτη Γη για πρώτη φορά πάτησαν το πόδι τους στη σελήνη, τον Ιούλιο του 1969 μΧ».