Η εικόνα που κυριολεκτικά με συγκλόνισε στο φετινό μου Πάσχα, ήταν από την Οδησσό, την ώρα που χτυπούσαν οι καμπάνες της Ανάστασης και ταυτόχρονα ηχούσαν οι σειρήνες που προειδοποιούσαν για επικείμενο βομβαρδισμό, νεκρούς και ερείπια.
Θα παρακαλούσα, τις άλλες τρεις εικόνες που ακολουθούν, να τις συγκρίνετε με την προαναφερθείσα εικόνα.
1. Η πρώτη εικόνα είναι από το κεντρικό δελτίο ειδήσεων της ΕΡΤ(!) Ο τηλεπαρουσιαστής την προλόγισε με καμάρι. Ότι δηλαδή κάποιοι συνέλληνες της Αθήνας γλέντησαν το Πάσχα τόσο πολύ, που μετέτρεψαν τη γειτονιά τους σε νυχτερινό κέντρο! Αυτό κι αν είναι επιστροφή στην κανονικότητα, σκέφτηκα. Και η κάμερα, εννοείται, πως δεν τους διέψευσε: ντυμένες οι κυρίες με πρωτόκολλο νυχτερινού κέντρου χόρευαν μέσα στην τσίκνα καψουροτράγουδα με εμφανέστατη την ψυχική τους πλήξη, ενώ κάποιοι άντρες ούτε ευχές δεν μπορούσαν να ψελλίσουν-τίποτα για το θαύμα της Ανάστασης που υπάρχει, ναι, υπάρχει, κάθε φορά που ο άνθρωπος βρίσκει τον τρόπο να «ζωντανεύει». Τίποτα απ’ αυτά, μόνο λουλούδια στην «πίστα», σπασμένα πιάτα και άφθονο κρέας, είναι κρίμα που δεν ασχολήθηκε ούτε ένας επιστήμων σοβαρά με το «γαστερικό» σύνδρομο του νεοέλληνα, μια λαιμαργία απίστευτη που δεν την είχαν ούτε οι γονείς μας που πείνασαν στην Κατοχή, μια λαιμαργία που καθορίζει το σώμα του, τη διασκέδασή του, τις σχέσεις του, τη ζωή του γενικότερα, μια λαιμαργία και μια εικόνα, λοιπόν, που μου θυμίζει τον Αλκίνοο «χαμένοι μοιάζουμε λοιπόν, στον γύρο του θανάτου, στην παγωνιά του οριστικού, στον τρόμο του αοράτου…»
Εικόνα 2. Στην «αγνεία νήσο μου», την Κορωνησία που πηγαίνω συχνά για να συνομιλήσω με τον αέρα, τα κύματα και το ηλιοβασίλεμα, το Μ. Σάββατο είχε πολλούς επισκέπτες. Όλοι τους σχεδόν είχαν για παρέα τους τα γνωστά συμπαθή τετράποδα, περιποιημένα, με μαντιλάκια στο λαιμό, ετύγχανον αυτά τα κατοικίδια της μοναδικής προσοχής έως λατρείας των αφεντικών τους.
Είναι τόσο μεγάλη αυτή η μονόπλευρη ευαισθησία για τα κατοικίδια τα τελευταία χρόνια, που σε κάνει να αναρωτηθείς αν πρόκειται για συνειδητοποιημένη αγάπη ή για μόδα. Φυσικά και δεν αναφέρομαι σε όλους τους φιλόζωους, αλλά δεν γίνεται να παραβλέψει κανείς πως ό τι επιβάλλεται ως μόδα στην Ελλάδα υιοθετείται άκριτα και φανατικά, ιδιαίτερα από εκείνους που θέλουν να ξεχωρίζουν. Έτσι γίνεται με όλες τις ακρότητες στα σκουλαρίκια, στα τατουάζ, στο κούρεμα, στο ντύσιμο, και με πολλές λέξεις, όπως εσχάτως το «οκέι».
Αυτή η μίμηση είναι μια μεγάλη απόδειξη ότι ο νεοέλληνας έχει χάσει τις αντιστάσεις του. Έχει καταντήσει ένας υποδουλωμένος καταναλωτής που τα καταπίνει όλα χωρίς να τα αλέθει, ως και τον πόλεμο ακόμη, χωρίς να συναισθάνεται τη φρίκη, την αδικία, το θάνατο, χωρίς να συναισθάνεται ότι η μοίρα των άλλων είναι και δική του μοίρα.
Εικόνα 3. Στη βόλτα, η σύζυγος προπορεύεται οδηγώντας το καροτσάκι με τη μικρή. Είναι τόσο όμορφες, μητέρα και μωρό, που αδυνατώ να πειθαρχήσω το ερωτευμένο με την κάθε ομορφιά βλέμμα μου. Από πίσω ακολουθεί ο σύζυγος με ολόκληρο το πρόσωπό του βουτηγμένο στο κινητό. Τους παρακολουθώ σε όλη τη διάρκεια της διαδρομής. Δεν αλλάζει τίποτα. Δηλαδή, ο σύζυγος έχει σε απόσταση αναπνοής την ευτυχία του και γύρω του τις μοναδικές παρθενικές εικόνες της Κορωνησίας με «τη διαρκή επανάσταση φυτών και λουλουδιών», όπως το λέει κι ο Ποιητής, κι αυτός παραμένει κολλημένος στον εικονικό του κόσμο!
«Αυτός ο κόσμος που αλλάζει πώς σου μοιάζει, πώς σου μοιάζει, αυτός ο κόσμος που αλλάζει, με τρομάζει, με τρομάζει…».