Το 1669 οι Οθωμανοί υπό τον Μεχμέτ Κιοπρουλή κατέλαβαν την Κρήτη, η οποία για 250 έτη έμεινε υπό οθωμανική κυριαρχία, παρότι Οθωμανοί άποικοι δεν ήρθαν από την Ανατολία ούτε τα οθωμανικά στρατεύματα κατοχής ήταν άξια λόγου.


Στην Κρήτη δεν έγινε ένας εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας ομοφύλων γηγενών εναντίον αλλοεθνών κατακτητών. Αν όμως η κυριαρχία δεν στηρίζεται στις δυνάμεις των κατακτητών τότε σε ποιούς; Στους λιγοστούς Ενετούς άρχοντες και τιμαριούχους που άλλαξαν εθνότητα και θρήσκευμα για να διατηρήσουν τα προνόμιά τους; Όχι, στους Κρητότουρκους. Πρόκειται για γηγενείς Κρητικούς χριστιανούς που εξομώτησαν κυρίως ενσυνείδητα, έγιναν μουσουλμάνοι με οθωμανική εθνική συνείδηση. Ένα ποσοστό από αυτούς ήταν Κρήτες, που στο παρελθόν ήταν εξωμότες των Ενετών, είχαν γίνει καθολικοί στη διάρκεια των 450 ετών της ενετικής κατοχής, μουσουλμάνοι επί αραβοκρατίας και τώρα πρόθυμα έγιναν ξανά μουσουλμάνοι για να διατηρήσουν προνόμια και περιουσίες.
Ο οικειοθελής κυρίως εξισλαμισμός των Κρητών συνδέεται με το ότι σε θεσμικό επίπεδο το οθωμανικό κράτος, οι νόμοι του Ισλάμ, διέκριναν τους πολίτες όχι με γνώμονα την εθνική τους ταυτότητα αλλά την θρησκευτική. Μουσουλμάνος – μη μουσουλμάνος. Το γεγονός αυτό ώθησε ένα μεγάλο μέρος των Κρητών να εξισλαμιστούν με βάση τον ιδιοτελή υπολογισμό ότι μέσω αυτού θα αποφύγουν την οικονομική τους αφαίμαξη, διότι ως μέλη της κοινότητας του κυρίαρχου θα είχαν ευνοϊκή φορολογική, πολιτική και κοινωνική μεταχείριση.
Ιδιαίτερα η ευνοϊκή φορολογική – κληρονομική αντιμετώπιση ήταν ένα από τα κυρίαρχα κίνητρα, διότι εξασφάλιζε αυτόματη απαλλαγή του εξισλαμισμένου από την υποχρέωση καταβολής κεφαλικού φόρου, απαλλαγή που μεγάλωνε αν υπηρετούσε στο οθωμανικό στρά- τευμα. Εκτός μάλιστα από την ευνοϊκή φορολογική μεταχείριση πολλοί Κρητότουρκοι απέκτησαν δικαιώματα γης όταν οι Οθωμανοί μετέτρεψαν σε τιμάρια τις ενετικές γαίες εκατέρωθεν των κεντρικών αξόνων σε Χανιά, Ρέθυμνο, Ηράκλειο και τα μοίρασαν στους Κρητότουρκους.
Εξωμοσία γινόταν και για άλλους λόγους όπως η βεντέτα, το δικαίωμα των αντρών να φέρουν όπλα και άλογα ή μέσω σύναψης γαμηλίων συμβολαίων, μεικτοί δηλαδή γάμοι στρατι-ωτικών και αξιωματικών του οθωμανικού στρατού με χριστιανές. Η αποδοχή του εξισλαμισμού από μέρος των Κρητών, η καρδιά της εξωμοσίας, είναι το ιδιωτικό συμφέρον και η επιθυμία ισχύος που συνδέεται και απορρέει από αυτό. Η πιο ορθολογική σκέψη είναι να προσχωρήσουμε στον κυρίαρχο για να επωφεληθεί η οικογένεια, η φατρία.
Η εξουσία, οι Οθωμανοί, είχαν επίγνωση της ιδιοτελούς μεταμφίεσης των ντόπιων σε μουσουλμάνους και γι’ αυτό είχαν εκδώσει αμέτρητα οθωμανικά διατάγματα, όπως απο- δεικνύεται από τις ιστοριογραφικές πηγές, για την υποχρέωση των Κρητότουρκων γυναικών να κυκλοφορούν δημοσίως με καλυμμένο το πρόσωπο και των ανδρών να προσέρχονται στα τεμένη για πέντε ημερήσιες προσευχές ή να ικανοποιούν μια βασική απαίτηση της νέας θρησκείας, την περιτομή. Αλλά και οι Κρητότουρκοι είχαν επίγνωση της θέσης ισχύος τους και της ανάγκης της οθωμανικής αυτοκρατορίας να στηρίζει την σταθερότητα της περιοχής σ’ αυτούς.
Οι Κρήτες εξωμότες δεν ήταν μια εξαίρεση προσκυνημένων, προδοτών, μια ισχνή μειοψηφία, δεν είναι αποτέλεσμα εποικισμού του νησιού από οθωμανούς, αλλά της μαζικής απο- στασίας του ντόπιου πληθυσμού. Σχεδόν όλοι οι μουσουλμάνοι της Κρήτης ήταν εξωμότες ή παιδιά εξωμοτών. Στην πρώτη περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας οι εξισλαμισμοί ήταν μαζικό φαινόμενο, γεγονός που οδήγησε στα τέλη του 18ου αιώνα από τους 260.000 κατοίκους της Κρήτης ο μισός και πλέον πληθυσμός να είναι μουσουλμάνοι, 200.000 μου- σουλμάνοι – 60.000 χριστιανοί, ενώ στις αρχές του 19ου αιώνα η απογραφή του 1832 καταγράφει 70.000 μουσουλμάνους και 60.000 χριστιανούς.
Η σταδιακή αυτή μείωση των εξισλαμισμένων Κρητών ήταν αποτέλεσμα των συνεχών εξεγέρσεων και έχει ως απαρχή την ανάληψη της εξουσίας το 1830 από τον Μωχάμεντ Άλι της Αιγύπτου που άσκησε μια πιο χαλαρή διοίκηση. Λόγω μάλιστα των επανειλημμένων επαναστάσεων η Υψηλή Πύλη έκανε παραχω- ρήσεις στους εξεγερμένους, όπως το φιρμάνι του 1858 που καθιέρωσε τον θεσμό των δημογεροντιών και το δικαίωμα οπλοφορίας στους χριστιανούς. Έτσι, το 1881 στο νησί καταγράφονται 200.000 Κρήτες χριστιανοί και 73.000 Κρητότουρκοι. Οι Κρητότουρκοι λόγω των συνεχών εξεγέρσεων είχαν αρχίσει να εγκαταλείπουν την ύπαιθρο όπου σημειώθηκε μεγάλη μείωση του πληθυσμού τους και συγκεντρώθηκαν στους πύργους, στα φρούρια και στις μεγάλες πόλεις.
Το 1898 μετά από αλλεπάλληλες συγκρούσεις των Κρητότουρκων με τους επαναστατημένους Κρήτες και τις μαζικές σφαγές που πραγματοποίησαν στο Ηράκλειο κι ενώ την προηγούμενη χρονιά σχεδόν κατέστρεψαν την πόλη των Χανίων, 48.000 Κρητότουρκοι αναγκάστηκαν κάτω και από τις πιέσεις των Άγγλων να εγκαταλείψουν το νησί προς τα παράλια της Μικράς Ασίας.
Το 1923 με την συνθήκη της Λωζάνης για την ανταλλαγή των πληθυσμών τουλάχιστον άλλοι 35.000 μετακινήθηκαν προς την Κωνσταντινούπολη, την Μικρά Ασία και την Συρία. Η αλαζονική υπερεκτίμηση της δύναμής τους, τους οδήγησε από την ακμή στην παρακμή, στην νέμεση.
Οι Κρητότουρκοι λοιπόν ως εγχώριοι εκφραστές των Οθωμανών και ελλείψει οθωμανικού στρατού κατοχής, από τους αυτοκρατορικούς γενίτσαρους που είχαν σταλεί από την οθωμανική εξουσία το 1645 για να αντιμετωπίσουν τα βενετικά στρατεύματα είχαν παραμείνει λίγοι, ήταν βασιλικότεροι του βασιλέως και ασκούσαν άγρια καταπίεση στους ομόφυλούς τους χριστιανούς.
Η δύναμή τους φαίνεται από το ότι αγνοούσαν επιδεικτικά τον μουσουλμανικό τρόπο ζωής και το Κοράνι, συνέχιζαν να μιλάνε ελληνικά, να πίνουν άφθονο κρασί, να τρώνε χοιρινό, να βάφουν αβγά το Πάσχα, να χορεύουν τους ίδιους χορούς με τους ομόφυλούς τους παίζοντας λύρα και τραγουδώντας τον Ερωτόκριτο.
Δεν έχασαν όμως την ευκαιρία οι άντρες Κρητότουρκοι να έχουν μέχρι τρεις γυναίκες, η μια ήταν η επίσημη και οι άλλες στα μετόχια. Μια από τις συνηθισμένες πρακτικές των Κρητότουρκων ήταν ο εκφοβισμός του ντόπιου πληθυσμού μέσω της πολιτικής της καμένης γης, κόψιμο ή κάψιμο των ελαιόδεντρων και των αμπελιών. Η αλαζονεία τους περιγράφεται από την φράση: «Τούτο θα σου πάρω, εκείνο θα μου δώσεις ή αυτό θα μου χαρίσεις». Τους μόνους που φοβόταν ήταν οι Χαΐνηδες, λιγοστοί Κρήτες αντάρτες που είχαν καταφύγει στα βουνά.
Τα ιστοριογραφικά δεδομένα δείχνουν πέραν κάθε αμφιβολίας ότι στην Κρήτη από την εποχή της κατάκτησης από τους Οθωμανούς το 1669 μέχρι και την Συνθήκη της Λωζάνης το 1923, συντελέστηκε ένας εσωτερικός πόλεμος, ένας εμφύλιος, οι κρητικές εξεγέρσεις είναι κυρίως συγκρούσεις εντός του φύλου. Σύμφωνα με την Νικόλ Λορώ, που αντλεί τα παραδείγματα από την κλασσική Ελλάδα, όπως για παράδειγμα η Ορέστεια που είναι καθρέπτης του λουτρού αίματος στον οίκο των Ατρειδών, ο εμφύλιος πόλεμος είναι σύγκρουση εντός του φύλου, είναι σύμφυτος με την οικογένεια, πόλεμος στην οικία, και στον βαθμό που η πόλη είναι αναπόσπαστο μέρος της πολιτικής ζωής των Ελλήνων, είναι σύμφυτος και με την πόλη.
Ο εμφύλιος δεν εισάγεται απέξω στον οίκο και στην πόλη, είναι σύμφυτος με τον οίκο και στον βαθμό που αναπαράγεται στην πόλη είναι τουλάχιστον αφελές να λέμε ότι ο οίκος – τα στενόμυαλα ενίοτε ιδιωτικά συμφέροντα – ξεπερνιούνται εντός της πολιτικής ζωής, στην πόλη. Στον εμφύλιο, όπως έγινε στην Κρήτη μεταξύ Κρητότουρκων και χριστιανών Κρητών, ο συγγενής, ο συγχωριανός, ο ομόφυλος, σκοτώνει συγγενή, συγχωριανό και ομόφυλο, συνεπώς δεν διαδραματίζει αποτρεπτικό λόγο η συγγένεια εξ αίματος και η ιδιότητα του πολίτη, η διάκριση οίκου – πόλεως, η κοινή κρητική καταγωγή.
Ο εμφύλιος, το αβγό του φιδιού, δεν επωάζεται όμως ούτε στον οίκο ούτε κατ’ επέκταση στην πόλη, αλλά στην φύση του υποκειμένου, είναι πέραν του καλού και του κακού, γιατί ενυπάρχει και στα δυο, δηλαδή είναι ριζικός. Σε ποιο σκοτεινό δωμάτιο είναι κλεισμένος ο εμφύλιος, σαν το κουτί της Πανδώρας, και ποιος άνοιξε το κουτί για να βγουν έξω οι δυνάμεις της διχόνοιας; Οι άρχοντες, οι βασιλείς, οι βιομήχανοι, οι πολιτικές ελίτ; Ο ίδιος ο άνθρωπος και γι’ αυτό έκτοτε τα δεινά θα βρίσκονται εντός του, θα είναι στοιχείο της ύπαρξής του, η ζωή θα είναι τραγική επειδή δεν θα υπάρχει κακό χωρίς καλό, τάξη χωρίς αταξία.
Ο εμφύλιος στην Κρήτη αναδύθηκε από τον εγωκεντρισμό του υποκειμένου που μετατράπηκε σε αχαλίνωτο ανταγωνισμό και ιδιοτέλεια κάτω από το πρόσφορο έδαφος της οθωμανικής κατοχής που τον υπέθαλψε. Το άτομο, αντί να συγκρούεται άνευ όρων με τον άλλο και άρα με τον εαυτό του, αφού ο άλλος είναι μέσα μας, κινδυνεύοντας να οδηγηθεί στον μηδενισμό και την κατάρρευση, μεταθέτει την σύγκρουση του εγώ με τον άλλο στο εγώ (εμείς οι Κρητότουρκοι) με τους άλλους ως ξένους (εσείς οι Κρήτες χριστιανοί). Τότε ο φόνος του άλλου είναι απαραίτητος γιατί στέκεται φραγμός στην επιβίωση και την επιθυμία ισχύος.
Σημείωση: Το άρθρο αυτό είναι μέρος της εισήγησης μου στο Διεθνές Συνέδριο για την Ελληνική Επανάσταση του 1821, «Η γνωστή – άγνωστη Επανάσταση. Μια παράδοση ανταρσίας», 9 έως 12 Δεκεμβρίου 2021, Αθήνα.
* Ο Χάρης Ναξάκης είναι καθηγητής
Πολιτικής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων,charisnax@yahoo.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ