Αμφιβολίες το μυαλό μου βασανίζουνε πολλές, αμφιβολίες τρελές
Ένας από τους ελέγχους που κάνουν οι επιστήμονες για να μετρήσουν την εξέλιξη των παιδικών εγκεφάλων είναι να βάζουν τα παιδάκια 3 έως 4 ετών να παίζουν διάφορα παιχνίδια σε μία αίθουσα, ενώ οι επιστήμονες τα παρακολουθούν πίσω από ένα τοίχο, ο οποίος στην ουσία είναι τζάμι.
Όταν συμβαίνουν κάποια «θερμά επεισόδιά» μεταξύ των λιλιπούτειων συμμετεχόντων τα αφήνουν να εξελίσσονται και μετά μπαίνουν στο δωμάτιο και ρωτούν να μάθουν την αλήθεια. Οι επιστήμονες λένε ότι τα παιδιά των οποίων ο εγκέφαλος είναι πιο ανεπτυγμένος από τους υπόλοιπους συνομήλικους επειδή καταλαβαίνουν ότι μπορεί να υπάρχουν επιπτώσεις αν έκαναν κάτι κακό και αντιλαμβάνονται την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της πράξης τους και μιας πιθανής τιμωρίας, λένε ψέματα. Συνήθως φορτώνουν το φταίξιμο στους άλλους.
Εγώ μάλλον πρέπει να είχα πολύ ανεπτυγμένο εγκέφαλο γιατί πάντα υιοθετούσα αυτή την πρακτική διαγωνισμού ψέματος, προκειμένου να αποφύγω τυχόν τιμωρίες. Βέβαια, η μάνα μου εκνευριζόταν πάρα πολύ όταν συνέβαινε αυτό και συνέχεια μου φώναζε να σταματήσω τις δικαιολογίες. Βλέπεις τότε δεν ήξερα να της εξηγήσω ότι και γι’ αυτό δεν έφταιγα εγώ. Ήταν απλά θέμα ευφυούς εγκεφάλου.
Αυτή η ενστικτώδης αντίδραση αποφυγής των συνεπειών γεννιέται μαζί με κάθε άνθρωπο. Και είναι θέμα παιδείας να φθίνει με τον χρόνο. Χωρίς παιδεία συνεχίζει να μεγαλώνει παράλληλα με την βιολογική ηλικία. Όπως γράφει ο γιατρός Ι. Αθανασόπουλος «Για κάθε τι που συμβαίνει, το άτομο έχει πάντα μία τάση να δικαιολογεί και να προσαρμόζει την δικαιολογία του αναλόγως της περίστασης. Δικαιολογίες σαν πλαστελίνη. Προσαρμόζονται, αλλάζουν, τοποθετούνται ακριβώς όπως “πρέπει” και βολεύουν τον καθέναν από εμάς. Η δικαιολογία εμπεριέχει κάτι αρκετά εγωκεντρικό και παιδικό ταυτόχρονα.
Προσαρμόζει την κατάσταση στον εαυτό μας και μόνο. Προσπαθεί να εξαλείψει οτιδήποτε άλλο. Τον εξυπηρετεί, ώστε να αποφύγει όσο το δυνατόν περισσότερη αρνητική ψυχολογική έκθεση. Την έκθεση στο αρνητικό βίωμα, στο ότι πράγματι μπορεί να έχουμε πολύ μεγαλύτερο μερίδιο απ’ ότι αναφέρουμε σε κάθε τι αρνητικό που συμβαίνει για εμάς. Η δικαιολογία, η κακή δικαιολογία όπως συνηθίζω να λέω, εξυπηρετεί ακριβώς αυτό τον σκοπό: Για άλλη μια φορά να μην αντιμετωπίσουμε τον εαυτό μας».
Σπάνια ακούς κάποιον να λέει κάτι όπως «συγγνώμη που άργησα, έπρεπε να είχα ξεκινήσει νωρίτερα». Αντ’ αυτού το πιο πιθανό είναι να ακούσεις κάτι όπως «συγγνώμη που άργησα, αλλά είχε τρομερή κίνηση». Αυτό συμβαίνει είτε επειδή οι περισσότεροι άνθρωποι δεν αναγνωρίζουν την ουσιώδη διαφορά μεταξύ αιτιολογίας και δικαιολογίας, είτε επειδή αν και αναγνωρίζουν την διαφορά επιλέγουν να πράττουν κάτι πιο βολικό.
Με την αιτιολόγηση -ή απλώς την εξήγηση- αποδεχόμαστε την πλήρη ευθύνη για ένα λάθος, ενώ με τη δικαιολογία ρίχνουμε αλλού την ευθύνη ή ελαχιστοποιούμε την δική μας και προσπαθούμε να αποφύγουμε συνέπειες. Οι εξηγήσεις είναι ζωτικής σημασίας για την επανόρθωση των σχέσεών μας και το να μαθαίνουμε από τα λάθη μας. Οι δικαιολογίες, από την άλλη πλευρά, το μόνο που κάνουν είναι να μας κρατούν πίσω. Το να προσπαθώ να πείσω τους άλλους -ή τον ίδιο μου τον εαυτό- γιατί οι ελλείψεις ή οι αδυναμίες μου είναι δικαιολογημένες, μπορεί να είναι εντελώς αυτοκαταστροφικό.
Κι όσο όλα τα παραπάνω συμβαίνουν για να δικαιολογήσουν ποιος χάλασε ένα παιχνίδι ή μία καθυστέρηση σε μία συνάντηση είναι μικρό το κακό. Ωστόσο, οι ηγέτες των κρατών είναι άνθρωποι σαν όλους εμάς. Με προτερήματα σαν τα δικά μας και κυρίως με μειονεκτήματα σαν τα δικά μας. Κι αν σ’ αυτό το επίπεδο οι δικαιολογίες είναι περισσότερες από τις εξηγήσεις, τότε κάτι πάει στραβά για όλους μας. Από το απλό «Δεν θα με αφήσουν… δεν μπορώ… ωραία!», που μας είπε κατάμουτρα ο Ντοστογιέφσκι, η εξουσία μπορεί να ξεχειλώσει ακόμα περισσότερο τα πράγματα και να φτάσουμε σε απόψεις όπως «Μπορεί η γνώμη μου να έχει αλλάξει, αλλά αυτό που δεν άλλαξε είναι ότι έχω δίκιο».
Δυστυχώς, ακόμα και σήμερα, μετά από χιλιάδες χρόνια φιλοσοφίας, προφορικού και γραπτού λόγου, αδυνατούμε να κατανοήσουμε ότι «Η ανάγκη να έχεις πάντα δίκιο είναι σφραγίδα ενός χυδαίου πνεύματος». Και αυτή η χυδαιότητα οδηγεί σε συγκρούσεις. Όχι μεταξύ προσώπων, αλλά και μεταξύ κρατών. Γιατί όταν το πνεύμα μου είναι χυδαίο δεν μπορείς να δεχτείς ότι «Έχεις κάθε δικαίωμα να υποστηρίζεις το δίκιο σου, δεν έχεις όμως κανένα δικαίωμα να το επιβάλλεις». Έτσι φαίνεται τελείως φυσιολογικό το γεγονός ότι «Ο άνθρωπος είναι λογικό ον. Μπορεί να σκαρφιστεί μια λογική αιτία για οτιδήποτε θέλει να πιστέψει».
Γι’ αυτό πάντα υπάρχει ως δικαιολογία ο κακός Μιλόσεβιτς για να βομβαρδίσουμε αμάχους στην Γιουγκοσλαβία. Πάντα υπάρχει ως δικαιολογία ο κακός Σαντάμ για να βομβαρδίσουμε αμάχους στο Ιράκ. Πάντα υπάρχει ως δικαιολογία ο κακός Σαμψών για να εισβάλουμε στην Κύπρο. Και τώρα υπάρχουν ως δικαιολογία τα τάγματα Αζόφ και οι «σφαίρες επιρροής» για να εισβάλλουμε στην Ουκρανία.
Όπως γράφει και ο καθηγητής ΑΠΘ, Γιάννης Μυλόπουλος «Πλανώνται πλάνην οικτράν όσοι πιστεύουν ότι ο πόλεμος μπορεί να απονείμει κάποια μορφή δικαιοσύνης. Κανείς ποτέ δεν βρήκε το δίκιο του πολεμώντας. Το μόνο που απονέμει ο πόλεμος είναι το δίκαιο του ισχυροτέρου. Γιατί στον πόλεμο δεν επικρατεί ποτέ αυτός που έχει το δίκιο με το μέρος του. Επικρατεί ο πιο δυνατός».
Κάθε παλιά δικαιολογία χτίζει και μία παρόμοια νέα δικαιολογία. Μας τραβάνε σ’ ένα φαύλο σπιράλ αυτοκαταστροφής, όπου κάθε δικαιολογία μας βυθίζει ακόμα περισσότερο. Κι όσο βυθιζόμαστε τόσο πιο δύσκολο είναι να ανεβούμε ξανά στην επιφάνεια. Τόσο λιγοστεύει το κομμάτι γαλάζιου ουρανού που βλέπουμε.
Και μην σε πειράζει που χρησιμοποιώ πρώτο πληθυντικό πρόσωπο. Γιατί σ’ όλα αυτά συμμετέχουμε και όλοι εμείς κι ας σκεφτόμαστε δεκάδες δικαιολογίες ότι για άλλη μια φορά φταίνε άλλοι και όχι εμείς. Ναι, φίλε μου αγαπητέ. Ακόμα και για την εισβολή στην Ουκρανία έβαλα κι εγώ το χεράκι μου. Ίσως κι εσύ μαζί μ’ εμένα. Με τον τρόπο που δικαιολογούμε τις δικές μας απρέπειες αποφεύγοντας τις συνέπειες, χωρίς να μας ενδιαφέρουν οι επιπτώσεις των πράξεών μας. Και στη συνέχεια θεωρούμε ως υποχρέωσή μας να δεχόμαστε και τις δικαιολογίες των φίλων μας, της ομάδας μας, του κόμματος, των κυβερνήσεων. Ελληνικών και ξένων. Μια ζωή δικαιολογίες.
Ενώ η Αλήθεια είναι πιο απλή.
Γιατί «Όποιος είναι καλός στις δικαιολογίες σπανίως είναι καλός σε οτιδήποτε άλλο». Γιατί «Όταν θες βρίσκεις τρόπους, όταν δεν θες, βρίσκεις δικαιολογίες». Γιατί «Όλα εξηγονται, τίποτα δεν δικαιολογείται». Γιατί «Αλήθεια είναι αυτό που μένει όταν έχουν τελειώσει όλες οι δικαιολογίες».
Γιατί απ’ ότι φαίνεται, τελικά, μάλλον είχαν δίκιο στον στρατό όταν στην εκπαίδευσή μου προσπαθούσαν να μας μάθουν ότι αν Αμφιβάλεις και ερευνάς, όσα συμβαίνουν γύρω σου, με ειλικρίνεια, τότε δεν υπάρχουν δικαιολογίες. Και μαζί με τις Αμφιβολίες τις πολλές, τις Αμφιβολίες τις τρελές, όταν έρχεται η ώρα να δικαιολογηθείς για κάτι που είπες ή έπραξες, μία είναι η απάντηση: «Αδικαιολογήτως».
Αθώος, λόγω Αμφιβολιών