H πρώτη μεταπολεμική δεκαετία (1950-1960) έφερε στους λαούς μια σχετική αισιοδοξία, η οποία τους οδήγησε να πιστέψουν πως είναι απίθανο να συμβεί ένας μελλοντικός πόλεμος με τόσες μεγάλες καταστροφές, όσες προξένησε ο προκληθείς από τους ναζιστές δεύτερος παγκόσμιος. Φαίνεται πως τελικά διαψεύστηκαν εφόσον, με βάση αυτά που συμβαίνουν σήμερα, πολλές χώρες παντού στον κόσμο κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα, με μια επιλεκτική σειρά, έχουν εισέλθει στην πλέον αισχρή και απάνθρωπη περίοδο εκμετάλλευσης απ’ αρχής της ιστορίας. Ο οικονομικός πόλεμος που βιώνουν οι χώρες αυτές, μαζί τους και ο ευρωπαϊκός νότος, έχει καταργήσει κάθε μορφή ηθικής και τα ισχυρά πλουτοκρατικά συμφέροντα επεξεργάζονται νέες τεχνικές βαρβαρότητας. Πλέον οι άποροι, οι αδύναμοι, οι ηλικιωμένοι, τα παιδιά σιγά-σιγά χάνουν την κρατική μέριμνα και γενικά οι ευάλωτες ομάδες μένουν απροστάτευτες.
Από την ιστορική εξέλιξη των κοινωνιών και από τα ίδια τα γεγονότα, τα οποία διαδραματίζονται σε όλον τον κόσμο, το πέρασμα στον ανέλεγκτο οικονομικό φιλελευθερισμό έχει αποφασιστικές αλλαγές στην κοινωνική και οικονομική κατάσταση των λαϊκών μαζών με περαιτέρω φτωχοποίηση των. Υπόψη πως η άκρατη οικονομική ελευθερία είναι αδικία για τους πολλούς και προνόμιο των ολίγων, οι οποίοι για τη λεία τους συναθροίζονται σαν τα γεράκια της στιγμής.
Οι λόγοι που οι νεοφιλελεύθερες ιδέες βρήκαν καλλιεργήσιμο κοινωνικό έδαφος και οι θεωρητικοί των ιδεών αυτών να θεωρούνται ειλικρινείς, βρίσκονται μέσα στις δικές μας αδυναμίες, πάνω στις οποίες πάτησε η κατάλληλη και ιδιαίτερα προσεγμένη προπαγάνδα των κατευθυνόμενων ΜΜΕ. Ο άνθρωπος πιστεύει εύκολα σε αυτό που επιθυμεί και σε αυτό που δεν αντιτίθεται στα συμφέροντά του. Η απληστία και η ματαιοδοξία οδηγούν πολλούς να θέλουν την απόκτηση εύκολου και απεριόριστου πλουτισμού, τον οποίο αυτάρεσκα να χρησιμοποιούν ως μοναδικοί επί γης. Όσο οι κοινωνίες δεν θα είναι ισότιμα, ηθικά και δίκαια δομημένες το ίδιο πράγμα θα συμβαίνει και δεν θα αλλάζει τίποτα.
Προς τα μέσα της δεκαετίας του 1970 άρχισε να εμφανίζεται μια κρίση εμπιστοσύνης των εργαζομένων και των μικροαστών έναντι των κατόχων του πλούτου, γιατί τα προνόμια μιας σχετικής οικονομικής ανεξαρτησίας που είχαν, άρχισαν να ελαττώνονται στα πλαίσια της ελεύθερης και αφορολόγητης δράσης της πλουτοκρατίας επί Ρέηγκαν και Θάτσερ. Στις κοινωνικές αυτές ομάδες, με την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού και της εξάλειψης του αντίπαλου δέους, προστέθηκαν και οι μεσοαστοί. Έκτοτε και μετά τις συμφωνίες για την ελεύθερη μεταφορά κεφαλαίων βλέπουμε χρόνο με το χρόνο ο πλούτος να συσσωρεύεται όλο και πιο περισσότερο στους ελάχιστους και τα κερδοσκοπικά κεφάλαια να παρκάρουν στα χρηματιστήρια καθορίζοντας τις τύχες των λαών.
Υποστηρίζεται πως η αρμονία και η αλληλεγγύη μεταξύ των συμφερόντων των ατόμων και της κοινωνίας δεν θα μπορέσει ποτέ να πραγματοποιηθεί στην πράξη. Τούτο γιατί τα συμφέροντά τους, επειδή είναι ανταγωνιστικά, δεν μπορούν να εξισορροπηθούν ή να φθάσουν σε μια μορφή κατανόησης. Μέχρι σήμερα η ισορροπία αυτή δεν υπήρξε και δεν θα υπάρξει πουθενά στον κόσμο, επειδή το κράτος όπως είναι διαμορφωμένο, θυσιάζει τα συμφέροντα της πλειοψηφίας στα οφέλη μιας προνομιούχας μειοψηφίας, η οποία εκβιάζει συνέχεια με τη μεταφορά των κεφαλαίων της αλλαχού.
Σ’ αυτή την κατάσταση που επικρατεί , μεγαλώνει συνέχεια ο αριθμός αυτών, που ψάχνουν καινούργιους πολιτικούς προσανατολισμούς και κοινωνικές διεξόδους. Πολλοί και ει-δικά οι νέοι απογοητευμένοι από τη σημερινή τάξη πραγμάτων στρέφονται προς τις ιδέες της αντικουλτούρας, οι οποίες φιλοσοφικά απορρίπτουν κάθε τι του παρελθόντος, παραγνωρίζοντας τη συσσωρευμένη εμπειρία της ιστορικής πορείας των λαών.
Το αποδυνάμωνα του αστικού κοινοβουλευτισμού, που συμβαίνει παντού, προς όφελος της εκτελεστικής εξουσίας και του κεφαλαίου αυξάνει τη δυσπιστία των ανθρώπων απέναντι στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Έτσι αρκετοί από τις νέες γενιές, ανεξάρτητα από την καταγωγή τους, εντάσσονται σε κλειστές αυτόνομες ομάδες δράσης, οι οποίες ως διέξοδο βλέπουν τον ένοπλο αγώνα εναντίον της κεντρικής πολιτικής εξουσίας, που μαζί με την εκκλησιαστική, όπως πιστεύουν, καταστρατηγούν τα δικαιώματα και τις ελευθερίες του καθενός προς διαιώνιση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο.
Ένας από τους θεωρητικούς των ομάδων αυτών ήταν και ο Γάλλος φιλόσοφος Ρεζί Ντεμπρέ, ο οποίος μαζί με τον ψυχίατρο Φράντς Φανόν τους έδωσαν αναρχικό περιτύλιγμα και έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην εδραίωση των σημερινών αναρχικών τρόπων σκέψης και δράσης. Ο ίδιος ο Ντεμπρέ είχε δράσει ως αντάρτης πόλεων στην Λατινική Αμερική, απολυτοποιούσε τον ένοπλο αγώνα και υποστήριζε πως «όλες οι προσπάθειες θα πρέπει να συγκεντρωθούν στην πρακτική οργάνωση του ένοπλου αγώνα». Ο Φανόν έδρασε εναντίον της Γαλλικής αποικιοκρατίας στην Αλγερία και πίστευε πως « για να νικηθεί η κρατική ή η αποικιοκρατική βία, πρέπει να αντιταχθεί μεγαλύτερη βία ».Οι θεωρίες τους ικανοποιούν το θυμικό και την νεανική ανυπομονησία για γρήγορη αλλαγή των πραγμάτων.
Η περιθωριοποίηση των ανθρώπων από την άνιση κατανομή του πλούτου ενισχύει, κατά κάποιο τρόπο, τις ομάδες των σύγχρονων αναρχικών, οι οποίοι βγάζουν επικίνδυνα και ουτοπιστικά κοινωνικά συμπεράσματα. Στην πολιτική συνύπαρξη των λαών, αντιπαραθέτουν την θεωρία της «διαρκούς επανάστασης», για την εγκαθίδρυση του δικού τους φανταστικού ενιαίου παγκόσμιου κράτους. Το μόνο που πετυχαίνουν είναι η αύξηση των μέτρων καταστολής σε βάρος του κοινωνικού συνόλου, αφού το κράτος με το πρόσχημα της πάταξης της άναρχο-τρομοκρατίας γίνεται πιο αυθαίρετο.
Όμως η πάταξη της σύγχρονης αναρχίας και τρομοκρατίας δεν μπορεί να επισυμβεί με την επιβολή του νόμου και της τάξης. Για να εξαλειφθεί πρέπει να υπάρξει το κατάλληλο κοινωνικό περιβάλλον, μέσα στο οποίο να μπορεί να αναπτυχθεί η αξιοπρέπεια, ο σεβασμός και η ευτυχία των ανθρώπων. Πρέπει το κράτος να εκπροσωπεί τα δικαιώματα της ολότητας και όχι τα προνόμια των ολίγων βασισμένα στην εξουδετέρωση των συμφερόντων όλων των άλλων. Πρέπει το κράτος να παύσει να είναι ο επίσημος εκπρόσωπος των πολιτικών, νομικών, οικονομικών και κοινωνικών φαυλοτήτων και αυθαιρεσιών του παρελθόντος και του παρόντος.