Η Ελληνική Επανάσταση ξεκινά τον Φεβρουάριο του 1821, όταν στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες (σημερινή Ρουμανία), Ελληνικά ένοπλα σώματα συγκρούονται με τον Οθωμανικό στρατό και συντρίβονται.
Παρά την ήττα, ο Αγώνας ξεκινά τον Μάρτιο, συγκροτημένα, σε Ρούμελη και Πελοπόννησο. Ο στρατός των επαναστατημένων Ελλήνων αποτελείται κυρίως από κατοίκους περιοχών με παράδοση στα όπλα, αρματολούς και κλέφτες, αλλά και κατοίκους χωριών και πόλεων, οι οποίοι, άοπλοι σχεδόν, μπαίνουν με ενθουσιασμό στον πόλεμο.
Καθοριστικός για την Επανάσταση είναι επίσης ο ρόλος των Ελληνικών πλοίων, τα οποία μετατρέπονται σε πολεμικά και με την εμπειρία τους στο ναυτικό αγώνα, ναυμαχούν εναντίον του Οθωμανικού στόλου και μεταφέρουν εφόδια και στρατεύματα στις επαναστατημένες περιοχές.
Από τη Ρούμελη και το Μοριά, από την Ύδρα και τις Σπέτσες, στον Αγώνα στη στεριά και στη θάλασσα συμμετέχουν και Αρβανίτες Χριστιανοί ορθόδοξοι, οι οποίοι μοιράζονταν τις τύχες των Ελλήνων από αιώνες. Τον Αγώνα συνδράμουν και πολλοί Έλληνες από περιοχές που δεν επαναστάτησαν, όπως οι Σουλιώτες και οι Επτανήσιοι. Περιοχές, όπως τα Επτάνησα, που τελούν υπό Βρετανική προστασία, λειτουργούν ως ασφαλές καταφύγιο για πολλούς επαναστάτες και τις οικογένειές τους. Ο αγώνας δεν είναι τοπικός και είναι συχνές οι περιπτώσεις που οι Πελοποννήσιοι ηγέτες μάχονται με τα σώματά τους στη Ρούμελη.
Η Επανάσταση γνωρίζει κορυφώσεις νικηφόρας δράσης, αλλά και τραγικών καταστροφών: ανάμεσα στις πρώτες, η άλωση της Τριπολιτσάς και η νίκη κατά του Οθωμανικού στρατού στα Δερβενάκια, και ανάμεσα στις δεύτερες, οι εκτεταμένες λεηλασίες και σφαγές του άμαχου Χριστιανικού πληθυσμού στη Χίο και στα Ψαρά.
Οι Εθνοσυνελεύσεις, η ψήφιση των Συνταγμάτων και η θεσμική συγκρότηση της Διοίκησης αποτελούν συστατικές πράξεις του Ελληνικού κράτους.
Η Ναυμαχία στο Ναβαρίνο, τον Οκτώβριο του 1827, σηματοδοτεί την προστασία πλέον του Ελληνικού Αγώνα από τις Μεγάλες Δυνάμεις και την αφετηρία ίδρυσης του ελεύθερου κράτους.