Τα χαμπέρια σήμερα συνεχίζονται από το βραβείο της Πλάκας, όπου έγινε το μεγάλο ατόπημα απρέπειας και ασέβειας να μην παραστούν οι δημιουργοί του γεφυριού, οι μαστόροι και οι Τζουμερκιώτες.

Γράφει και σχολιάζει ο Φώτης Χαχούλης *
Δεκάδες διαμαρτυρίες είδαν το φως της δημοσιότητας και πρώτη απ’ όλες η επιστολή του λιθοξόου – πρωτομάστορα Θανάση Πόραβου, που με πόνο καρδιάς γράφει ότι τα 1.800 κυβικά μέτρα πέτρας, βάρους 4.500 τόνων, πέρασαν από 20 περίπου μαστόρους και σε καθέναν αντιστοιχούν 225 τόνοι σε διάστημα έξι μηνών. Και τα χρήματα που πήραν οι μαστόροι είναι ένα μικρό ημερομίσθιο για όλη την σεζόν. Υπολείπονται κατά πολύ τα χρήματα που λαμβάνει ένας υπουργός για μόνο ένα μήνα. Κρίμα γιατί επικράτησε αυτή η περιφρόνηση σε ανθρώπους που όλοι στη μέση τους φορούν ζώνη, γιατί κάθε πέτρα ζύγιζε 60 και πλέον κιλά.
Αυτή ήταν ανέκαθεν η μοίρα των Τζουμερκιωτών μαστόρων, όμως παλαιότερα, αλλά και σήμερα όταν τελειώνει ένα έργο παρατίθεται συμβολικά ένα γεύμα, αφού έτσι επιτάσσει η Τζουμερκιώτικη φιλοξενία. Αντ’ αυτών ήρθε μια κομπανία και έπαιζε τον σκοπό «ποτάμια» που ταιριάζει σε πατινάδα γάμου. Δεν ακούστηκε η μουσική του Πέτρου Λούκα, δρόμοι της ψυχής ή σκοποί του Τάσου Χαλκιά. Δεν ξέρω ποιοι ήταν οι διοργανωτές, αλλά καλύτερα θα ταίριαζε γι’ αυτούς ο σκάρος!
Τζουμερκιώτες μαστόροι, περήφανοι για την εργατικότητα, τιμιότητα, την περηφάνια, την άρτια τεχνική κατάρτιση, άφηναν όπου πήγαιναν την ταυτότητά τους και το όνομά τους σε επιγραφές.
Άλλωστε «Τζουμερκιώτη, για την φύτρα σου να μη ντραπείς/ η γέννα γη σου είναι τίτλος αρχοντιάς/ καμάρωσέ την και να χαίρεσαι να πεις/ πως είσαι γένος της Τζουμερκιώτικης γενιάς». Θα ήθελα να πω σε όλους αυτούς που πραγματικά πάλεψαν και αγνοήθηκαν από τους ακάλεστους μουσαφιραίους, ότι σίγουρα θα ξαναγίνει η εκδήλωση αυτή που ταιριάζει να τιμηθούν όσοι πραγματικά το αξίζουν. Και η πρωτοβουλία ανήκει σ’ αυτούς που το έφτιαξαν! Και περισσότερο απ’ όλους πρώτη τιμητική θέση να κατέχουν τα σκληρά και ροζιασμένα χέρια από το σφυρί και το καλέμι.

Αυτά ύμνησε και ο ποιητής Α. Γκόρτζης και δανείζομαι το απόσπασμα που αποτελεί την τιμή στον μάστορα και τον εθνικό ύμνο των μαστόρων της πέτρας των Κουδαραίων.
«Τον είδα σ’ όλες τις γενιές με ευλογημένο χέρι/ κόντρα στις δίνες του ντουνιά την άνοιξη να φέρει/ σαν το κοπίδι άτρωτος, πανάχραντη μορφή/ με σύμβολα στις λέξεις του η ζήση του αντηχεί.
Αέρινος στις σκαλωσιές, ουράνιο θόλο αγγίζει/ το αύριο καθάριο όραμα, με νόημα το χτίζει/ αγκωναροπλεκτό κι αρμόπρεκο με τάξη ταιριασμένο/ με δύναμη, πίστη και τιμή πολυπελεκημένο. Κι αν το τσιόκι στις πετριές τα δάχτυλα ματώνει/ οι πίκρες ελπίδα γίνονται και ακόμα γιγαντώνει/ στα κοτρωνολαξεύματα γλύπτης και πλάστης μοιάζει/ ηχώ, πύρωμα και κλαγγή την ανθρωπιά του κράζει. Σπίτια, γιοφύρια κι εκκλησιές όμορφα κυκλωμένα/ αϊτόκαρδα και με το νου είναι όλα αλφαδιασμένα/ σετράδια αδρά, ατελείς γραμμές, απ’ όπου κι αν κοιτάζω/ έκφραση πετρολούλουδη, στέκω και τη θαυμάζω!».
Αυτός ο ύμνος ταιριάζει σ’ όλους τους μαστόρους που δούλεψαν και στο γεφύρι της Πλάκας, απόγονοι των Τζουμερκιωτών και γενικότερα των Ηπειρωτών μαστόρων και όχι μόνο. Το μεγάλο γεφύρι της ενότητας θα λάμβανε την προσήκουσα αξία όταν οι υπουργοί Πολιτισμού και Μεταφορών της προηγούμενης κυβέρνησης και οι υπουργοί Πολιτισμού και Μεταφορών της σημερινής, ακόμη και ο κ. Τσίπρας και ο κ. Μητσοτάκης, ανέβαιναν από τα δύο άκρα – αντίθετα και εκεί στην κορυφή έδιναν τα χέρια, σαν πράξη συμβολισμού ενότητας και παραδειγματισμού για το μέλλον της Ελλάδας.
Λίγο πιο κάτω είχαν δώσει τα χέρια τους αντίθετοι πολέμαρχοι ο Άρης Βελουχιώτης και ο Ναπολέων Ζέρβας. Πού είναι σήμερα ο πολιτισμός των πολιτικών;
Ο γράφων δεν είναι άσχετος από πέτρα. Είναι από γενιά μαστόρων, από προπάππου με εκκλησία στο Αγρίνιο που έχει το όνομά του, από τον παππού που κλείδωσε το γεφύρι της Σγάρας (και χρειάζεται προστασία), από πατέρα με την πετρολούλουδη έκφραση του πατρικού (602 γωνίες σίβα σκληρά πέτρα) με το δημιούργημα «Μουσείο Λαογραφικές Ρίζες», όπου από τις 40 θεματικές ενότητες οι μισές έχουν αντικείμενο την πέτρα. Μια κιβωτός πολιτισμού με κατάθεση ψυχής και χρημάτων του γράφοντος χωρίς ένα ευρώ επιδότηση.
Εκεί στο λαογραφικό χώρο δεσπόζει το πέτρινο παλάτι του μάστορα Πέτρου. Στην είσοδο προς τιμήν όλων των Τζουμερκιωτών, έγινε το μνημείο Τζουμερκιώτη μάστορα, πιο πέρα μια μεγάλη πέτρινη καρδιά ύψους 2 μέτρων, η βρακόβρυση, η είσοδος με Ηπειρώτικο χρώμα και με την παραίνεση: «Παιδί το περιβόλι μου που θα κληρονομήσεις, όπως το βρεις και όπως το δεις να μη το παρατήσεις…».

Ακολουθούν οι ενότητες ξηρολιθιές, η ασβεσταριά, το πέτρινο αλώνι, η πέτρινη νεροτροβιά, ο πέτρινος βρόχος (δεξαμενή), άλλες τέσσερις βρύσες, διαφορετικές στις πηγές και στα πλατάνια.
Εκεί στη στέγη των επαγγελμάτων ξεχωρίζει η μεγάλη πίκρα και ο φουρνελάς που έκανε τη διάσπαση «το ένα μου δάχτυλο από τα πέντε που λείπει από φουρνέλο έχει κοπεί, και ο διπλανός μου που δεν πρόλαβε να φύγει χίλια κομμάτια τον μάζεψαν στη γη».

Μέσα στη στέγη των 13 επαγγελμάτων δεσπόζει η ενότητα των μαστόρων με τα έργα σταυροί, τζάκι, αγκωνάρια κλπ. Συγκίνηση προκαλεί ο διάλογος στα 1950 της φορτωμένης με μεγάλη πέτρα Τζουμερκιώτισσας μάνας που λέει το παράπονό της στον μάστορα ότι είναι μόνο 37 χρονών και στην κοιλιά έρχεται το έκτο παιδί. Και ο μάστορας της απαντά ότι κι αυτός είναι κουρασμένος, μόλις τελείωσε το σταυρό και φεύγει για τα ξένα…
Λίγοι μπορούν να νιώσουν τι θα πει πέτρα, καημός, πόνος, ξενιτιά. Μέσα σ’ αυτά τα βιώματα και πριν γίνω δικηγόρος είχα εργαστεί κολλώντας 1.367 ένσημα βαρέα οικοδομικά. Αυτά μου δίνουν το δικαίωμα να γνωρίζω και να συμπονώ αυτές τις καταστάσεις. Είναι μεγάλη αδικία να υποτιμάς τα εργατικά χέρια. Είναι περήφανα τα ρούχα τους και η πέτρα πνοή στ’ αλήθεια, οι ρόζοι λάβαρο ανοιχτό, κρύβονται μέσα στα στήθια. Αγιασμένη η προσφορά τους και περισσή τους η αγάπη πάνω σε αλάσπωτη καρδιά, φιλόκαλο μεράκι…

* Ο Φώτης Χαχούλης είναι δικηγόρος. Υπήρξε δημοτικός σύμβουλος, πρόεδρος Δημοτικού Συμβουλίου Κεντρ. Τζουμέρκων και είναι ιδρυτής Μουσείου «Λαογραφικές Ρίζες»

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ