Ο Βουλευτής του Κινήματος Αλλαγής, κ. Χρήστος Γκόκας, μαζί με Βουλευτές της Κ.Ο. του Κινήματος Αλλαγής, κατέθεσαν ερώτηση προς τους Υπουργούς Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Ανάπτυξης και Επενδύσεων και Οικονομικών, σχετικά με τις επιπτώσεις που έχουν οι αγρότες στο εισόδημά τους από την αύξηση του κόστους ενέργειας.
Ειδικότερα αναφέρουν ότι ο πρωτογενής τομέας τα τελευταία χρόνια προσπαθεί να ορθοποδήσει από τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης, της πανδημίας και της κλιματικής αλλαγής με το κόστος παραγωγής συνεχώς να αυξάνεται και κυρίως το κόστος του πετρελαίου και της ηλεκτρικής ενέργειας.
Παράλληλα τονίζουν ότι σε άλλες χώρες της Ε.Ε. το κόστος των καυσίμων αποτελεί μόλις το 3,5% περίπου του συνολικού κόστους παραγωγής των αγροτικών προϊόντων, σύμφωνα με τη Eurostat, ενώ στην χώρα μας φτάνει περίπου στο 10% εξαιτίας του αυξημένου ειδικού φόρου κατανάλωσης πετρελαίου. Παρόλο που η Ε.Ε. δίνει τη δυνατότητα σε κάθε κράτος μέλος να θεσπίσει μηδενικά ή ελάχιστα επίπεδα φορολογίας στα ενεργειακά προϊόντα και την ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιούνται στη γεωργία, την κτηνοτροφία και τη δασοκομία, κάτι τέτοιο δεν αξιοποιείται για να βοηθηθεί ο πρωτογενής τομέας.
Επίσης η κατάσταση επιδεινώνεται με την μεγάλη αύξηση του ηλεκτρικού ρεύματος, σε μία περίοδο με καύσωνες και ξηρασία διαρκείας.
Επιπλέον επισημαίνουν ότι οι παραγωγοί δεν μπορούν να απορροφήσουν πλέον τις αυξήσεις στην ενέργεια, καθώς οι παραγωγοί αγροτικών προϊόντων έχουν συγκεκριμένες απαιτήσεις από καύσιμα, όπως και οι κτηνοτρόφοι για την καλλιέργεια εκτάσεων για τη σίτιση των ζωικών τους μονάδων επωμίζονται ένα τεράστιο κόστος μέχρι την τοποθέτηση των ζωοτροφών στις εγκαταστάσεις τους. Επίσης οι μελισσοκόμοι διανύουν μεγάλες αποστάσεις για τη μεταφορά των μελισσοσμηνών σε συγκεκριμένες τοποθεσίες ανά εποχή με σκοπό την ποιοτικότερη παραγωγή, και καταναλώνουν πολλά καύσιμα, αλλά και οι αλιείς χρειάζονται σημαντικές ποσότητες καυσίμων για τις μετακινήσεις τους στις περιοχές αλίευσης. Το ίδιο ισχύει και για τη μεταφορά δασικών προϊόντων.
Επιπρόσθετα σημειώνουν ότι οι αυξήσεις στο κόστος παραγωγής έχουν ως αποτέλεσμα να αυξάνονται οι τιμές των προϊόντων που καταλήγουν στους καταναλωτές, καθιστώντας μη ανταγωνιστικά τα Ελληνικά προϊόντα και οδηγώντας τους χονδρέμπορους στην αναζήτηση πιο οικονομικών προϊόντων σε άλλες χώρες.
Οι Βουλευτές του Κινήματος Αλλαγής τονίζουν ότι πρέπει οπωσδήποτε να αντιμετωπιστεί αυτό το σημαντικό πρόβλημα και ρωτούν τους αρμόδιους Υπουργούς εάν είναι στις προθέσεις τους να θεσπίσουν μέτρα μείωσης του κόστους ενέργειας στον πρωτογενή τομέα, δεδομένου ότι κρίνεται απολύτως αναγκαία η λήψη τέτοιων μέτρων, αλλά και εάν προτίθενται να εφαρμόσουν το μειωμένο ειδικό φόρο κατανάλωσης για το αγροτικό πετρέλαιο ή την επιστροφή του ειδικού φόρου κατανάλωσης.
Ακολουθεί το κείμενο της ερώτησης:
Προς: 1) Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κ. Σ. Λιβανό
2) Υπουργό Ανάπτυξης και Επενδύσεων κ. Α. Γεωργιάδη
3) Υπουργό Οικονομικών κ. Χ. Σταϊκούρα
Θέμα: Σημαντικές παρενέργειες στο εισόδημα των αγροτών από την αύξηση του κόστους ενέργειας στην παραγωγική διαδικασία
Τα υψηλά κόστη παραγωγής, σε συνδυασμό με την πανδημία, την παρατεταμένη οικονομική κρίση των προηγούμενων ετών και τις επιπτώσεις τις κλιματικής αλλαγής, αποτελούν ισχυρούς ανασταλτικούς παράγοντες στη βελτίωσης των αποδόσεων των αγροτικών εκμεταλλεύσεων, της κτηνοτροφίας και της μελισσοκομίας με άμεση συνέπεια στην ανταγωνιστικότητα των προϊόντων μας. Από τα βασικότερα στοιχεία που επιβαρύνουν σημαντικά το κόστος παραγωγής αποτελεί το κόστος ενέργειας και ειδικά το κόστος του πετρελαίου και της ηλεκτρικής ενέργεια. Όλα τα παραπάνω αποτελούν εξωγενείς, αρνητικούς, παράγοντες ανάπτυξης και εξέλιξης του πρωτογενή τομέα της χώρας μας, κατατάσσοντας την σε αυτές με τα υψηλότερα κόστη καλλιέργειας και παραγωγής αγροτικών προϊόντων.
Σε αντίθεση, με άλλα κράτη της ΕΕ, στα οποία το κόστος των καυσίμων αποτελεί μόλις το 3,5% περίπου του συνολικού κόστους παραγωγής αγροτικών προϊόντων, σύμφωνα με στοιχειά της Eurostat, στην χώρα μας το ποσοστό αυτό αγγίζει περίπου το 10%. Η διαφορά αυτή οφείλεται στον αυξημένο ειδικό φόρο κατανάλωσης πετρελαίου που ισχύεις την χώρα μας. Αν και η Οδηγία 2003/96/ΕΚ επιτρέπει σε ένα κράτος μέλος της ΕΕ να θεσπίσει μηδενικά ή ελάχιστα επίπεδα φορολογίας στα ενεργειακά προϊόντα και την ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιούνται στη γεωργία, την κτηνοτροφία και τη δασοκομία αυτό δεν έχει γίνει με ουσιαστικό και πρακτικό τρόπο που να βοηθάει τον πρωτογενή τομέα. Την κατάσταση αυτή δυσχεραίνει και η σημαντική αύξηση του ηλεκτρικού ρεύματος που έχει σημειωθεί την τελευταία περίοδο και εξανεμίζει το εισόδημα των αγροτών, ειδικά σε μια περίοδο με καύσωνα και παρατεταμένη ξηρασία. Η αξιοποίηση της Οδηγίας 2003/96/ΕΚ γίνεται από άλλες ομοειδής παραγωγικά χώρες με αποτέλεσμα με την εφαρμογή π.χ. της παροχής αγροτικού πετρελαίου με ελάχιστο ειδικό φόρο (φθηνότερο) σε αντίθεση με την χώρα μας . που παραμένει μέσα στις δέκα χώρες με τις πιο υψηλές τιμές πώλησης πετρελαιοειδών.
Είναι προφανές ότι αυξήσεις στην ενέργεια συνθλίβουν τα εισοδήματα του πρωτογενή τομέα αφού οι παραγωγοί δεν μπορούν να απορροφήσουν πλέον αυτές τις αυξήσεις στην ενέργεια. Αυτό γιατί:
- για τους παραγωγούς αγροτικών προϊόντων μονοετών ή πολυετών καλλιεργειών, οι μηχανικές καλλιέργειες είναι προκαθορισμένες και οι απαιτήσεις σε καύσιμα είναι συγκεκριμένες ανά έτος
- για τις κάθετες κτηνοτροφικές μονάδες, οι οποίες καλλιεργούν οι ίδιες εκτάσεις για την κάλυψη των αναγκών σίτισης των ζωικών τους μονάδων , αλλά και για τους κτηνοτρόφους που προμηθεύονται από τρίτους ζωοτροφές, προκύπτει τεράστιο κόστος χορτοκοπής , περισυλλογής και μεταφοράς στις σταυλικές τους εγκαταστάσεις.
- για οι μετακινήσεις των μελισσοσμηνών σε διαφορετικές περιοχές με σκοπό την βέλτιστη απόδοσή τους, απαιτούν και αυτές τεράστιες ποσότητες καυσίμων αφού οι προορισμοί είναι συγκεκριμένοι ανά εποχή και σε κάποιες περιπτώσεις αρκετά απομακρυσμένοι από τις μόνιμες κατοικίες των μελισσοκόμων.
- για την δασοκομία, η μεταφορών των δασικών προϊόντων αποτελεί πλέον τη μεγαλύτερη οικονομική επιβάρυνση στον συγκεκριμένο κλάδο , αφού η μεταφορά τους σε αστικά κέντρα γίνεται ασύμφορη.
- για την Αλιεία η μετακίνηση από και προς της περιοχές αλίευσης απαιτεί σημαντικές ποσότητες καυσίμων
Προκύπτει λοιπόν εύκολα το συμπέρασμα ότι σε όλους του κλάδους του πρωτογενή τομέα δημιουργείται τεράστια οικονομική επιβάρυνση λόγω των υψηλών φόρων κατανάλωσης πετρελαιοειδών, καθιστώντας μη ανταγωνιστικά τα Ελληνικά προϊόντα, οδεύοντας χονδρεμπόρους και καταναλωτές να αναζητήσουν οικονομικότερα προϊόντα από άλλες χώρες.
Δεδομένων των παραπάνω κρίνεται απαραίτητο να ληφθούν μέτρα για την μείωση του κόστους ενέργειας για τον πρωτογενή τομέα πριν είναι αργά. Η θέσπιση μειωμένου ειδικού φόρου κατανάλωσης για το αγροτικό πετρέλαιο ή η επιστροφή του ειδικού φόρου κατανάλωσης με απώτερο σκοπό την οικονομική ενίσχυση του πολύπαθου πρωτογενή τομέα είναι ένα μέτρο που έχει μελετηθεί αρκετά και μπορεί άμεσα να εφαρμοσθεί.
Μετά τα παραπάνω ερωτώνται οι κ.κ. Υπουργοί :
1) Προτίθεσθε να λάβετε μέτρα μείωσης του κόστους ενέργειας στον πρωτογενή τομέα;
2) Προτίθεσθε άμεσα με νομοθετική ρύθμιση να θέσετε σε εφαρμογή μειωμένου ειδικού φόρου κατανάλωσης για το αγροτικό πετρέλαιο ή η επιστροφή του ειδικού φόρου κατανάλωσης