Με την προοπτική της έναρξης της νέας σχολικής χρονιάς και κυρίως με την ανακοίνωση των βάσεων εισαγωγής στα Πανεπιστήμια, πολλά τμήματα εκ των οποίων έμειναν χωρίς φοιτητές ή με ελάχιστους (όπως και η δική μας Γεωπονική), με άμεσο τον κίνδυνο να κλείσουν, τίθεται το ερώτημα (για μια ακόμη φορά) πώς και από ποιους λαμβάνονται οι αποφάσεις για την Παιδεία, καθώς και αν και κατά πόσον τελικά οι πανελλαδικές εξετάσεις είναι ο καταλληλότερος (προσοχή! μιλώ για τον καταλληλότερο, όχι για τον πιο αδιάβλητο) τρόπος εισαγωγής στα Πανεπιστήμια.
Για να το καταστήσω σαφέστερο, δίνω τα εξής δεδομένα: Στις πανελλαδικές εξετάζονται όλοι οι μαθητές (ανεξάρτητα από το στόχο που έχουν, τις επιδόσεις τους, το παιδαγωγικό και εκπαιδευτικό τους υπόβαθρο κλπ) στα ίδια ακριβώς θέματα, τα οποία, στις περισσότερες των περιπτώσεων δεν είναι καν διαβαθμισμένης δυσκολίας. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τη θέσπιση της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής (ΕΒΕ), οδηγεί σε σοβαρότατες περιπτώσεις μη αντικειμενικής αντιμετώπισης. Για παράδειγμα αναφέρω την Αρχιτεκτονική Ξάνθης, η οποία έμεινε χωρίς φοιτητές διότι η ΕΒΕ που ζήτησε ήταν, όπως αποδείχτηκε, εξαιρετικά υψηλή. Προσοχή! Μιλάμε για Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής στο Ελεύθερο και Γραμμικό Σχέδιο, μαθήματα τα οποία ΔΕΝ ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΑΙ ΣΤΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΣΧΟΛΕΙΑ, ΕΞΕΤΑΖΟΝΤΑΙ ΟΜΩΣ στις πανελλαδικές! Είναι αυτό το σύστημα αξιοκρατικό ή σύμφωνο με τις ανάγκες της χώρας;
Παραθέτω, ως απάντηση στο ερώτημα, αποσπάσματα από άρθρο του συγγραφέα Βασίλη Ραΐση στο διαδίκτυο: Έστω ότι ένας μαθητής επιθυμεί να εισαχθεί «στην σχολή «Επιστήμη Ζωικής Παραγωγής». Δεν νομίζω ότι θα την λέγατε μια «άχρηστη» σχολή[…]. Όπως όλοι γνωρίζουμε η κτηνοτροφία πλέον απαιτεί γνώσεις: ο κτηνοτρόφος για είναι ανταγωνιστικός οφείλει να γνωρίζει από τροφές, φάρμακα, εγκαταστάσεις, δάνεια κοκ […]. Για να δηλώσει το παιδί αυτή τη σχολή θα πρέπει να έχει μέσο όρο τουλάχιστον 9,56. Για να είμαι πιο ακριβής, αν δεν πιάνει 9,56 δεν μπορεί να δηλώσει καμία (ξαναλέω καμία) σχολή των κατευθύνσεων 2&3, των κατευθύνσεων δηλαδή που έχουν μαθηματικά και φυσική. Πώς βγαίνει αυτό το 9,56; Είναι η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής (ΕΒΕ) η οποία είναι το 80% του μέσου όρου. Δηλαδή, αν ένας μαθητής δεν πιάσει το 80% του μέσου όρου, δεν έχει δικαίωμα να δηλώσει καμία σχολή της κατεύθυνσης […]. Τα αντίστοιχα συμβαίνουν και στην θεωρητική κατεύθυνση».
Συνεχίζει ο διαπρεπής συγγραφέας: «Η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής είναι ένας συγκριτικός κόφτης, είσαι φίλε μου κάτω από το μέσο όρο, δεν θα σπουδάσεις τίποτα! Για όποιους είναι μακριά από τα θρανία, έχω να τους πληροφορήσω ότι το να πιάσεις 10 φυσική και μαθηματικά δεν είναι καθόλου, μα καθόλου εύκολο. Αν κάποιος δεν συνέχισε παρόμοιες σπουδές στο Πανεπιστήμιο, ας πάρει θέματα οποιασδήποτε χρονιάς και ας προσπαθήσει όχι να γράψει κάτι, αλλά να καταλάβει απλά μια ερώτηση.
Το λέω αυτό, διότι κάποιοι θα σπεύσουν να μιλήσουν για την απαιδευσιά και την αμορφωσιά των νέων. Επίσημοι και ανεπίσημοι παπαγαλίζουν ο ένας μετά τον άλλον: «αυτοί που γράφουν 2 και 3 δεν θα τελείωναν την σχολή και δεν πρέπει να τους πληρώνει ο φορολογούμενος» […]. Το ξαναλέω, από 0,8 του μέσου όρου και κάτω, πέθανες, είναι συγκριτικό με τους άλλους και όχι με τις απαιτούμενες γνώσεις […].
Αφού, λοιπόν, ο υποψήφιος δεν κατάφερε να βρει την συχνότητα ταλάντωσης ενός σώματος που κρέμεται από ένα ελατήριο σε ένα επικλινές επίπεδο, όταν πέσει πάνω του ένα άλλο σώμα από ένα σκοινί, το οποίο κρέμεται από ένα τροχό, μέσω νήματος που οδηγεί σε ένα μικρότερο τροχό, ο οποίος μικρότερος τροχός στην άλλη άκρη στηρίζεται σε μια ράβδο, η οποία ράβδος είναι υπό συγκεκριμένη γωνία στηριγμένη σε ένα τοίχο (δεν αυτοσχεδιάζω, δεν κάνω πλάκα είναι πραγματικό θέμα φυσικής του 2020) τότε σύμφωνα με τα κελεύσματα της αριστείας, πρέπει να παρατήσει το οικογενειακό όνειρο να εκσυγχρονίσει την δουλειά του (κτηνοτρόφου) πατέρα του.
Αφού δεν έπιασε τον μέσο όρο που διαμορφώθηκε από φοιτητές που στόχευσαν τα Πολυτεχνεία και τα Πανεπιστήμια, δεν δικαιούται να σπουδάσει «Ζωϊκή παραγωγή», ακόμα κι αν έχει χρήματα δεν υπάρχει τέτοια ιδιωτική σχολή και ούτε θα υπάρξει. Αν έχει χρήματα, όμως, υπάρχουν άλλες ιδιωτικές σχολές. Και εδώ φτάνουμε στο ζουμί […]. Παίρνει τα prospectus των κολλεγίων που υπόσχονται τον ουρανό με τα άστρα […] και θα σπουδάσει κάτι που έχει να κάνει με τα οικονομικά. Εκεί θα συναναστραφεί με τους συμμαθητές που όλοι μοιράζονται το σύγχρονο κοινό όνειρο, να βγάζουν χρήμα από το χρήμα. Το παιδί στο τέλος, θα έχει ένα αναγνωρισμένο πτυχίο ανώτατης σχολής και θα ονειρεύεται ότι θα γίνει τόσο καλός, ώστε θα βγάζει χρήματα από ένα δομημένο ομόλογο που στοιχηματίζει στην πτώση των μετοχών της κρεατοβιομηχανίας, στην περίπτωση μολυσματικής ασθένειας. Ωραίες καθαρές δουλειές, μακριά από γελάδια πρόβατα και τις μυρωδιές τους».
Τίθεται, λοιπόν, το ερώτημα. Ποια μπορεί να είναι η λογική όσων εισηγούνται και εφαρμόζουν τέτοια μέτρα; Πώς μπορεί η ΕΒΕ και οι πανελλαδικές να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες της πατρίδας μας, η οποία είναι ηλίου φαεινότερον ότι θα πρέπει να στοχεύσει στην ανάπτυξη του πρωτογενούς τομέα και των αντίστοιχων κλάδων βιομηχανίας; Πώς θα μπορέσει να αναπτυχθεί η οικονομία μας όταν τελικά οι απόφοιτοί μας καταλήγουν στο εξωτερικό ή στα τουριστικά επαγγέλματα, ενώ σχολές με παραγωγικές δυνατότητες (όπως η Γεωπονική της Άρτας) κινδυνεύουν να κλείσουν λόγω μιας νοοτροπίας που θέλει όλους να κρίνονται με κριτήριο ένα υποτιθέμενο «άριστα» το οποίο, μάλιστα, δεν προσδιορίζεται με κάποιο αντικειμενικό τρόπο; Δεν είναι πεδίο εφαρμογής κομματικών ή άλλων πολιτικών η Παιδεία.
Θα έπρεπε να είναι η βάση σχεδιασμού του μέλλοντος της χώρας μας και ως τέτοια θα έπρεπε να σχεδιάζεται σε διακομματική βάση με προοπτική μακρόχρονη. Αλλά κάτι τέτοιο αποτελεί, δυστυχώς, όνειρο θερινής νυκτός!