Το βαθύ κράτος, μετά από πολλές δεκαετίες σχεδιασμού ενός εγκλήματος, αποφάσισε να κάνει το τελευταίο βήμα και να αφαιρέσει τις πατρογονικές ιδιοκτησίες των πολιτών. Και δεν τις χαρίζει σε άλλους. Τις κρατάει για τον εαυτό του.

Ναι, το δημόσιο θα είναι ο νέος ιδιοκτήτης των χωραφιών-εκτάσεων-σπιτιών-μαντριών που κάποτε ανήκαν στους πατεράδες και στους προγόνους μας. Και μάλιστα η μεταβίβαση θα γίνει με δικά μας έξοδα!
Για να το πούμε απλά:
– Αν γύρω απ’ το πατρικό σπίτι στο χωριό υπήρχαν ή βγήκαν άγρια δέντρα τότε αυτό πλέον περιέρχεται στο ελληνικό δημόσιο. Και η έκταση και το σπίτι.
– Αν εκεί που κάποτε βόσκαγαν γίδια, πρόβατα, γελάδια και που προφανώς δεν ήταν χωράφι καλλιεργημένο αλλά δεν είχε ποτέ χαρακτηριστεί ως βοσκότοπος, τότε αυτό πλέον περιέρχεται στο δημόσιο.
– Αν δήλωνες στο Ε9 ένα μαντρί ως κτίσμα μέσα σε ιδιόκτητη έκταση που βόσκαγαν τα ζώα και που δεν έτυχε ποτέ να δηλωθεί σαν τόπος βοσκής, τότε μάλλον θα πρέπει να ξεχάσεις και την έκταση και το μαντρί και το Ε9, γιατί αυτά περιέρχονται πλέον στο δημόσιο.
– Αν άφησες ένα χωράφι ακαλλιέργητο και μέσα βγήκαν θάμνοι και δέντρα, τα οποία χαρακτηρίζονται ως «δασικά» (εκτός από τον ασπάλαθο! -πιο τραγελαφικό δεν γίνεται), τότε αυτό πλέον περιέρχεται στο δημόσιο.
– Αν υπήρχε ήδη από παλιά ένα κανονικό δάσος μέσα στην ιδιοκτησία σου, αυτό πλέον περιέρχεται στο δημόσιο. Ξέχνα την έννοια «ιδιωτικό δάσος», αυτή θα απαλειφθεί σύντομα. Τα «συνιδιόκτητα» και τα «συνδιακατεχόμενα» δάση θα πρέπει ίσως να θεωρούνται περισσότερο ως ενδιάμεσα βήματα μιας προμελετημένης ληστείας παρά ως ένας συμβιβασμός συμφερόντων που εφαρμόστηκε αρχικά πριν 50 έως 60 χρόνια.
– Αν έχεις την τύχη να διαθέτεις παλιό συμβόλαιο για το χωράφι ή άδεια οικοδομής για το σπίτι, ή μια έκταση με καμιά 500αριά ρίζες αιωνόβιες ελιές, ή ακόμα και άδεια από το Δασαρχείο για καλλιέργεια, μην νομίζεις ότι θα τη γλυτώσεις σίγουρα. Μπορεί να είσαι κι εσύ άλλη μία ακόμα από τις πάρα μα πάρα πολλές παρόμοιες περιπτώσεις που η ιδιοκτησία τους περιέρχεται στο Δημόσιο. Ατυχία; Έτυχε ή πέτυχε; Ο δασικός υπάλληλος που τράβηξε τη γραμμή πάντως επάνω στον χάρτη και σε έβγαλε σε δασική έκταση, έκανε την δουλειά του κανονικά! Αν έτυχε και φτερνίστηκε εκείνη την ώρα και του έφυγε λίγο η γραμμή ή αν είχε τσακωθεί με τη γυναίκα του το βράδυ και το μυαλό του ήταν αλλού, τί φταίει ο άνθρωπος; Τα «λάθη» συμβαίνουν! Ας μην πάρουμε την άλλη εκδοχή!
– Αν οι πρόγονοί σου έχυσαν ιδρώτα και αίμα για να αποκτήσουν από τους Έλληνες τσιφλικάδες τα χωράφια που ήταν ήδη δικά τους επί Τουρκοκρατίας, τότε αυτό το παράβλεψε, δεν το ήξερε, το ξέχασε, το θεώρησε ασήμαντο ο Δασάρχης (ο οποίος είναι εκείνος που εκπροσωπεί το ελληνικό δημόσιο, ΕΙΝΑΙ το δημόσιο κατ’ ουσία και αποφασίζει αυτός για το «δημόσιο συμφέρον»). Έτσι κάποια στιγμή, πριν από 5 ή 35 ή 65 χρόνια, όταν αυτός ο υπάλληλος του κράτους έκρινε μετά από μια αυτοψία ότι εκεί μέσα φύτρωσαν κουμαριές και σιρμιντζέλες, έκανε αυτό που έλεγε η νόμιμη διαδικασία: να χαρακτηρίσει την έκταση ως δασική. Ο Δασάρχης έκανε τη μισή δουλειά. Με βάση το νόμο την έκανε. Την άλλη μισή δουλειά την έκανε ο «νομοθέτης», ο οποίος σκεπτόμενος «με εθνική συνείδηση», αποφάσισε «για το καλό του τόπου» ότι τα δασικά θα περιέρχονται πλέον στο δημόσιο. Και αυτό γίνεται σήμερα, τώρα.
– Καλά, θα τα πάρει όλα αυτά; Άγνωστο, είναι η απάντηση. Ό,τι βρίσκεται σε μια περιοχή γύρω από το κέντρο ενός χωριού, αυτό το θεωρούν ως «όρια οικισμού». Έτσι θεωρούσε και η Εφορία Άρτας τα χωράφια που τα βάφτιζε οικόπεδα εντός ακτίνας 800 μέτρων απ’ την πλατεία όταν μεταβιβάζονταν για να τα κοστολογεί «υπέρ του δημόσιου συμφέροντος», δηλαδή σαν να ήτανε παραθαλάσσια στο Μονακό. Ακόμη και μέσα στα όρια οικισμού όμως υπάρχουν κομμάτια χαρακτηρισμένα ως δασικά, παρόλο που στην Ανάρτηση ένας οικισμός εμφανίζεται ως «περιοχή εκτός Ανάρτησης». Απέξω κούκλα και μέσα πανούκλα.

Τι δεν καταλαβαίνεις;
Παρεμπιπτόντως Νο1: Ούτε ένας υπάλληλος του Δασαρχείου Άρτας δεν γνώριζε και δεν είχε ακούσει ποτέ τη λέξη «σιρμιντζέλα», αλλά ούτε κι από την φωτογραφία του φυτού δεν μπορούσε να καταλάβει ποιο είναι.
Η ερώτηση έγινε μόνο σε όσους ήταν στα γραφεία τους εκείνη την ημέρα – πριν δυο χρόνια περίπου. Υπάλληλοι ήταν οι άνθρωποι, στην καρέκλα τους κάθονταν, πού να ξέρουν τώρα τι φυτρώνει στα βουνά και στα λαγκάδια;
Παρεμπιπτόντως Νο2: Καλός φίλος και συγχωρεμένος πλέον, σε πρωτοσέλιδο άρθρο του την δεκαετία του 1980, σε μεγάλη εφημερίδα, αλλά και στις συζητήσεις του, τους Δασάρχες τους αποκαλούσε Μασάρχες. Δεν το υιοθετώ, το αναφέρω.
Και τώρα; Τώρα τι;
Λύση δεν φαίνεται να υπάρχει. Ομαδικές κινήσεις και συλλογικές προσφυγές ούτε προβλέπονται αλλά ούτε και στέκουν νομικά, καθώς το ζήτημα είναι ατομικό και ιδιαίτερο για κάθε περίπτωση.
Το σχέδιο δεν είναι τωρινό. Έχει δεκαετίες που εξυφαίνεται. Θα λύσουμε το πρόβλημα εσύ κι εγώ; Στα κανάλια ακούς τίποτα; Στις εφημερίδες; Σιγή. Μόνο κάτι διάσπαρτες διαμαρτυρίες. Είπαν, όμως, και έδωσαν κάποιους μήνες παράταση. Για να το εξετάσουν καλύτερα, λένε. Φούμαρα, για να χωνευτεί, να μαλακώσουν όλοι, να πέσουν οι αντιδράσεις και στο τέλος να το περάσουν αναίμακτα.
Κατά τα άλλα «ακούγεται» ότι το υπουργείο θα λύσει «το θέμα που δημιουργήθηκε με τα φρύγανα και τους ασπάλαθους»! Ακούτε; Αυτό βρήκαν να πούνε. Για τα νησιά και για την Κρήτη κοιτάνε να δώσουν λύση. Εκεί που η γη έχει αξία λόγω τουρισμού κι όλα μπορούν να πουληθούν σαν οικόπεδα. Ασπάλαθο πάντως δεν έχει στην Πίνδο και στα Τζουμέρκα. Δεν είναι και καθόλου απίθανο στο τέλος, να βρεθεί η Κρήτη να έχει φέτος κάλυψη κατά 90% με ασπάλαθο και φρύγανα.
Στην Ελλάδα είμαστε! Πρέπει να βρεθεί ένας τρόπος να σωθεί η Κρήτη γιατί, εκεί κάτω είναι και τρελοί, δεν το ‘χουν σε τίποτα να πάρουν τ’ άρματα όπως ξεκίνησαν κι έκαναν πριν λίγες εβδομάδες.

Εμείς εδώ στην Ήπειρο;
Εμείς εδώ στην Ήπειρο; Εμείς ούτε φρύγανα έχουμε ούτε ασπάλαθους. Εμείς είμαστε τα ξερά, όχι τα χλωρά. Τα ξερά θα καούν σίγουρα.
Ο Καχριμάνης, απ’ όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας, ήταν ο μόνος που είχε αναδείξει το πρόβλημα. Το έλεγε εδώ και δυο-τρία χρόνια και σήκωσε μπαϊράκι για τους δασικούς χάρτες. Και με τους νυν και με τους πρώην κυβερνητικούς. Η υποστήριξη των προτάσεών του από φορείς και πολίτες, όμως, έφτανε το πολύ σε εκφράσεις του τύπου «μπράβο, πες τα», «σωστά τα λες», «κι εμείς μαζί σου» και άλλα παρόμοια. Έτσι γίνεται, αυτό πλέον κάνουμε: Like.
Κι αφού οι θώκοι δεν ακούνε ούτε τον Περιφερειάρχη, θα ακούσουν εμάς; Εμάς μας έχουν για να βγάλουν τα έξοδα. Τα έξοδα της απόκτησης από το δημόσιο των δικών μας περιουσιών. Τόσο απλό, τόσο όμορφο. Μας κάνουνε και χάρη -λέει- και θα βάλουν μεγάλη έκπτωση 50% στις ενστάσεις. Βλέπεις, κι οι σακούλες απορριμμάτων που θα γεμίσουν από τις ενστάσεις έχουν κι αυτές κόστος, δεν είναι τσάμπα.

Περί εξόδων…
Μιλώντας για έξοδα, ας δούμε ενδεικτικά κάποιες τιμές για να καταλαβαίνουμε τι συζητάμε.
Μια απλή ένσταση για έκταση από 100 τετραγωνικά μέτρα (τ.μ.) έως ένα στρέμμα θέλει παράβολο 40 ευρώ. Ενενήντα ευρώ παράβολο για ένα μέχρι πέντε στρέμματα, 180 ευρώ για πέντε έως 10 στρέμματα και αυξάνει για παραπάνω. Για να θεωρηθεί μια ένσταση ως «εξετάσιμη» θα χρειαστεί οπωσδήποτε τοπογραφικό, με κόστος τουλάχιστον 300 ευρώ ή ακόμα και χιλιάδες ευρώ, εάν η πρόσβαση είναι δύσκολη και η έκταση μεγάλη.
Για μια «σοβαρή ένσταση» απαραίτητες θα θεωρούνται μία τεχνική έκθεση, καθώς και μία φωτοερμηνεία από τοπογράφο μηχανικό με τετραψήφιο κόστος. Για κάποιους που χάνουν σπίτια και παραγωγικά κτήματα είναι τεράστιο ζήτημα και οι επαΐοντες θα τους «συμβουλέψουν» να αναλάβουν αυτοί ως ειδικοί για να τους σώσουν. Για άλλους που χάνουν ένα παρατημένο χωράφι, μόνο ελάχιστοι θα μπουν στην διαδικασία εκτός αν έχουν λεφτά για πέταμα.
Και επειδή το θέμα είναι το «δάσος», το οποίο από την αρχή της γέννησης του ελληνικού κράτους αποτέλεσε το σημείο αναφοράς για τον καθορισμό δημόσιων και ιδιωτικών γαιών, και επειδή πάνω στο δάσος έχει στηριχθεί μια ολόκληρη νομική-πολιτική-οικονομική-περιβαλλοντική κοσμοθεωρία, η λογική λέει ότι η μεγάλη πλειοψηφία των ενστάσεων θα απορριφθεί με τυπικές διαδικασίες.

Δημαριό Άρτας
Στις αεροφωτογραφίες του 1945 (περίπου), τις οποίες τις δείχνει το Κτηματολόγιο στην εφαρμογή του στο ίντερνετ, το Δημαριό Άρτας, τόπος καταγωγής του υπογράφοντος, εμφανίζεται να έχει κυριολεκτικά όλη την έκτασή του καλλιεργημένη.
Παντού χωράφια. Ακόμη και οι γενιές των σημερινών 50άρηδων και 60άρηδων δεν το πιστεύουν όταν βλέπουν ότι στο σύνολό της, όλη η λεγόμενη περιφέρεια Δημαριού, καλλιεργούνταν ή βοσκούνταν. Και προφανώς ανήκε σε κάποιους. Δεν ήταν δημόσια.

Κι ο σκοπός τους ποιος είναι; Πού στοχεύει όλο αυτό;
Όση αποστροφή και εάν υπάρχει για συνομωσιολογίες, φτιαχτές ειδήσεις και αστήριχτες θεωρίες, σ’ αυτή την περίπτωση ο πειρασμός είναι μεγάλος. Γιατί, άποψη υπάρχει. Όμως είναι προτιμότερη η επιλογή να μην αναλυθεί εδώ αυτή η άποψη, για να μην ανοίξει κανένας άλλος ασκός του Αιόλου, και να ειπωθεί μόνο το εξής γενικόλογο: Η πανάρχαια στρατηγική του «διαίρει και βασίλευε», εκτός από την έννοια της διασποράς διχόνοιας στους αντιπάλους, έχει κατά μία εναλλακτική εκδοχή και μια διαφορετική έννοια.
Έχει την έννοια του «μαντρώματος», δηλαδή της τοπικής-γεωγραφικής συγκέντρωσης και διαστρωμάτωσης του λαού κατά ομάδες, κοντά, με ευχέρεια προσέγγισης. Αυτό το «μάντρωμα» στις πόλεις και στον κάμπο ούτε ο Τούρκος για 400 χρόνια δεν είχε καταφέρει να πετύχει για τα αδούλωτα κι απρόσιτα βουνά. Τώρα; 200 χρόνια μετά;

Άρα; Λύση υπάρχει;
Αυτό που συμβαίνει πάντως δεν υπάρχει! Πριν 200 χρόνια φτιάξαμε κράτος για να έχουμε ελευθερία, ασφάλεια και ευημερία, κι από τότε έχουμε έναν δυνάστη στην καμπούρα μας, στο σπίτι μας, στην τσέπη μας. Και το χαιρόμαστε με χαζοχαρούμενες εκδηλώσεις και παρελάσεις.
Ποιοι το χαίρονται τόσο πολύ; Γιατί χαίρονται; Πόσο βαθύ είναι αυτό το κράτος; Πόσο βάθος έχει αυτός ο βούρκος; Δεν τους φτάνει ο ευνουχισμός και θέλουν να κόψουν και τα χέρια και τα πόδια των χωριών και της ελληνικής υπαίθρου;

Θα αντιδράσουμε; Θα αντισταθούμε;
Αν ξέρουμε σε ποια χώρα ζούμε, έχουμε χρέος να το κάνουμε. Σβήνονται οι μνήμες και οι αγώνες και πάει άδικα το αίμα των προγόνων μας, αν δεν υπερασπιστούμε τις εστίες μας.
Ακόμα κι αν θέλουμε να τον χαρίσουμε τον τόπο μας στο δημόσιο δεν θα κάτσουμε με σταυρωμένα χέρια όταν έρχεται ύπουλα να μας τον αρπάξει για άλλη μια φορά. Κι ο αγώνας αυτός είναι πολιτικός. Αφορά την πολιτεία, εμάς τους ίδιους που αποτελούμε αυτή την κοινωνία.
Δεν είναι κομματικός, δεν έχει χρώμα. Ούτε καπηλείες κομματικές θέλει. Ούτε αρχηγούς και πρωτοστάτες. Ούτε βιαιότητες, ούτε φωτιές, όπως ξεκίνησαν άλλοι κάπου αλλού να κάνουν και βρέθηκαν υπόλογοι. Φωνή λαού θέλει και συμπόρευση.

*Ο Γιώργος Μανιώτης είναι Διπλωματούχος Ηλεκτρολόγος-Μηχανικός, πρόεδρος της Αδελφότητας Δημαριού Άρτας

Στο επόμενο φύλλο αναφορά με σπάνια ντοκουμέντα, ακόμα και από την Κωνσταντινούπολη, για την περίπτωση του χωριού Δημαριό Άρτας

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ