Σύμφωνα με την ιστοσελίδα lifo, καμένη γη άφησε πίσω της η καταστροφική πυρκαγιά που καίει εδώ και ημέρες στα Γεράνεια Όρη.
Στο κείμενο της ιστοσελίδας αναφέρεται ότι «οι νεότερες δορυφορικές εκτιμήσεις των καμένων εκτάσεων στην Ανατολική Κορινθία και στη Δυτική Αττική, μετά την ύφεση της μεγάλης πυρκαγιάς που ξεκίνησε από το Σχίνο Κορινθίας το βράδυ της Τετάρτης 19/5, δείχνουν ότι περίπου 71.285 στρέμματα έγιναν στάχτη μέσα σε διάστημα λιγότερο των τριών ημερών».
Η πυρκαγιά, σύμφωνα με το meteo του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, είχε αποκτήσει για αρκετές ώρες ακραία συμπεριφορά λόγω των πολύ ισχυρών ανέμων και της πλούσιας καύσιμης ύλης μετά από ένα παρατεταμένο διάστημα ξηρασίας. Τα νεότερα στοιχεία των καμένων εκτάσεων προέκυψαν από ανάλυση της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εκτάκτων Αναγκών (EMS). Οι υψηλής ανάλυσης εικόνες από τον ευρωπαϊκό δορυφόρο Pleiades-1B το πρωί του Σαββάτου δείχνουν ότι κάηκαν κατά προσέγγιση 41.400 στρέμματα δασικών εκτάσεων, 12.370 στρέμματα καλλιεργειών και 11.870 στρέμματα χορτολιβαδικών εκτάσεων. Εκτιμάται ακόμη ότι 279 άνθρωποι επηρεάστηκαν άμεσα από την πυρκαγιά, καθώς και 373 κατοικίες.
Σύμφωνα με το in.gr, αναφορικά με το πως ξεκίνησε η φωτιά, ο αρχηγός της Πυροσβεστικής ανέφερε ότι «το μόνο σίγουρο είναι ότι η φωτιά ξεκίνησε από καύση κλαδιών. Δεν μπορεί να είναι από αμέλεια, όταν ξέρεις ότι η αντιπυρική περίοδος ξεκινά την 1η Μαΐου και από τότε δεν πρέπει να χρησιμοποιείται φλόγα, επειδή μπορεί να προκληθεί πυρκαγιά».
«Αυτό που έπαιξε μεγάλο ρόλο ήταν η μεγάλη ισχύς των ανέμων που έφτασαν τα 8 μποφόρ, που ανέβασαν την πυρκαγιά στο βουνό και εκεί δεν είχαν πρόσβαση οι επίγειες δυνάμεις», τόνισε απαντώντας στην κριτική για τον αριθμό των εναέριων μέσων που υπήρχαν διαθέσιμα. Ο κ. Κολοκούρης συμπλήρωσε πως «η πυρκαγιά ξεκίνησε νύχτα και επομένως δεν υπήρχε δυνατότητα παρέμβασης από εναέρια μέσα. Οι επίγειες δυνάμεις, που έφτασαν εγκαίρως, κατάφεραν να ελέγξουν το μεγαλύτερο μέρος της πυρκαγιάς, όμως από κάποιο σημείο ξέφυγε η φωτιά προς την χαράδρα, σε ένα σημείο που δεν υπήρχαν δρόμοι και θα ήταν επικίνδυνο για κάθε άνθρωπο να πλησιάσει, καθώς δεν θα είχε οδό διαφυγής σε περίπτωση αλλαγής φοράς του ανέμου». Το επιπλέον πρόβλημα που εντοπίζεται, ακόμα και μετά τη λήξη της πυρκαγιάς, συνίσταται όχι μόνο στην τεράστια οικολογική καταστροφή που έχει ήδη προκληθεί, αλλά και στη συνακόλουθη ατμοσφαιρική μόλυνση.
Όπως αναφέρεται στο euronews, «η ατμόσφαιρα ήταν αποπνικτική ακόμα και σε αποστάσεις χιλιομέτρων από το μέτωπο της φωτιάς.Σύννεφα καπνού και στάχτης τύλιξαν την Αττική και έφτασαν μέχρι και τις Κυκλάδες. Γι’ αυτόν τον λόγο το υπουργείο Υγείας, με σαφείς οδηγίες προς τους πολίτες, συνέστησε να σταματήσουν την άσκηση σε εξωτερικούς χώρους, να περιορίσουν τον χρόνο παραμονής εκτός σπιτιού και κυρίως να το εφαρμόσουν αυτό τα άτομα αυξημένου κινδύνου». Επιπλέον αρχίζουν να κυκλοφορούν φήμες για σκόπιμη καταστροφή της περιοχής προκειμένου να εξυπηρετηθούν συμφέροντα εταιρειών. Όπως καταγγέλλεται από το Korinthos.tv, δόθηκε «αδειοδότηση από το Δασαρχείο Κορίνθου, Υπουργείο Περιβάλλοντος και την Αρχή Ρυθμιστικής Ενέργειας, εγκατάστασης ανεμογεννητριών στα Γεράνεια Όρη».
Σύμφωνα με άλλες ιστοσελίδες, το γεγονός είναι ότι οι βουνοκορφές των Γερανείων (NATURA 2000) που φιλοξενούσαν μέχρι σήμερα παρθένα δάση με εξαίρεση την θέση Μεγάλη Ράχη (Παλιοβούνα) που είχε καεί πριν από δύο χρόνια, εξακολουθούσαν να αποτελούν εμπόδιο στα «αιολικά πάρκα».
Τα Γεράνεια όρη ήταν ο τελευταίος καταπράσινος ορεινός όγκος μεταξύ Αττικής και Κορινθίας. Μέσα σε μία νύχτα κάηκαν! Η περιβαλλοντική καταστροφή τεράστια. Η πανίδα της περιοχής, εξοντώθηκε σχεδόν συνολικά. Στην ευρύτερη περιοχή των Γερανείων ορέων, πέντε κοινοπραξίες, ελληνικών και ξένων συμφερόντων, έχουν αναπτύξει ένα σχεδιασμό βιομηχανικής κλίμακας παραγωγής Αιολικής Ενέργειας, με τοποθέτηση 65 ανεμογεννητριών κατά μήκος ολόκληρης της οροσειράς.
Το τεράστιο μέγεθος των βιομηχανικών τύπου μονάδων παραγωγής Αιολικής Ενέργειας, καθώς και οι βοηθητικές του έργου υποδομές, δρόμοι μεγάλου πλάτους για τη διακίνηση βαρύ τύπου οχημάτων, τα δίκτυα και πυλώνες υπερυψηλής τάσης για τη μεταφορά του παραγόμενου ρεύματος με τους απαραίτητους υποσταθμούς, το μόνο που χρειάζονταν ήταν μια τέτοια βιβλική καταστροφή για να μπορέσουν να υλοποιηθούν.
Όλα αυτά, αν και αποτελούν μόνο φήμες, δε μπορεί να είναι παντελώς αβάσιμα, δεδομένου ότι όπου υπάρχει καπνός (μεταφορικά και κυριολεκτικά) υπάρχει και φωτιά. Οι φήμες αυτές μπορούν εύκολα να διαψευστούν αν κινηθούν αμέσως οι διαδικασίες αναδάσωσης και προστασίας της περιοχής. Δε χρειάζεται να ληφθούν περίεργα ή πολύπλοκα μέτρα. Το δάσος μπορεί να ξαναβλαστήσει μόνο του, αρκεί να αφεθεί στην ηρεμία του και να μην υπάρξει ανθρώπινη παρέμβαση εις βάρος του. Είναι απαραίτητο να το αντιληφθούν αυτό οι αρμόδιοι, αν θέλουν να αποφευχθεί μια ακόμα μεγαλύτερη επιβάρυνση του περιβάλλοντος, σε μια εποχή όπου οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής γίνονται όλο και περισσότερο αισθητές.
Όπως σημειώνει ο Κόνραντ Λόρεντς, «ο πολιτισμένος άνθρωπος, που ερημώνει με τυφλό βανδαλισμό τον φυσικό του περίγυρο από τον οποίο αντλεί τη διατροφή του, απειλεί τον εαυτό του με οικολογική καταστροφή. Όταν οι οικονομικές συνέπειες του βανδαλισμού αυτού θ’ αρχίσουν να γίνονται αισθητές, ο άνθρωπος θ’ αναγνωρίσει μάλλον το σφάλμα του, αλλά, τότε, θα είναι ίσως πολύ αργά».
Ας αναλογιστούμε την τελευταία αυτή παρατήρηση και ας αναρωτηθούμε τι περιμένουμε για να διαπιστώσουμε ότι κάτι πρέπει να γίνει πριν αν είναι πολύ αργά.