Η ζωή είναι στιγμές, πολλές από τις οποίες μένουν ανεξίτηλα καταγραμμένες στη μνήμη. Είναι αυτές που φέρνουν ισχυρές συγκινήσεις και μας ακολουθούν εσαεί.
Κάθε χρόνο την ημέρα του Ευαγγελισμού, μετά την παρέλαση προς τιμήν των αγωνιστών του 1821, ήταν κανόνας μαθήτριες και μαθητές -και όχι μόνο- να στέκονται όρθιοι στη γωνία Σκουφά και Παντοκράτορος, περιμένοντας στην ουρά για ένα λαχταριστό παγωτό χωνάκι «ΣΙΣΣΥ από το ακούραστο χέρι του κ. Τάκη Σοκολάκη».
Η άσπρη κρέμα έκανε επιβλητική την εμφάνισή της πάντα με εκλεκτή παρέα: τα αποδημητικά πουλιά, τη φιλαρμονική του Σκουφά και τον λαμπερό ήλιο. Κουβαλούσε και σκόρπιζε μεγάλη χαρά, καθώς έβγαινε μέσα από μια παγωτομηχανή που έκανε την εμφάνιση στην πόλη μας το 1959.
Είχε διάρκεια ζωής ολίγων μόνο λεπτών, αλλά έδινε διάρκεια με ουσία και αξία στη δική μας ζωή. Δεν ήταν μόνο η γλυκιά δροσιά του. Ήταν κάτι περισσότερο: ήταν το αφροδισιακό μας, η κορυφαία απόλαυση, η προσιτή ανεκτίμητη εμπειρία. Ουδετέρου γένους, φτιαγμένο με φρέσκο γάλα, σε χύμα μορφή, κριτσανιστό, οικονομικό, ποιοτικό, χωρίς άλλα πρόσθετα υλικά. Όλη η παιδικότητα έπρεπε να χωρέσει μέσα σ’ ένα γκοφρετί γεμιστό χωνάκι.
Αγόρια και κορίτσια συνωστισμένα, ντυμένα ομοιόμορφα, με το αντίτιμο στο χέρι, λιμπίζονταν τη γέμιση που έρρεε ασταμάτητα μπροστά στα μάτια τους. Τους αρκούσε αυτό, γιατί δε γνώριζαν τότε από μπάλες σοκολάτας, βανίλιας ή παρφέ. Και πώς η φουκαριάρα η μηχανή να προλάβει να εξυπηρετήσει ολόκληρα σχολεία… Ήταν τιμωρία για ένα παιδί να μην προλάβει να δοκιμάσει τέτοια ευχαρίστηση. Μια ευχαρίστηση που άρχιζε από το πρώτο δάγκωμα κι έφτανε μέχρι το ρούφηγμα του πάτου, αλλά δεν έλεγε να χορτάσει.
Η γλώσσα πλατάγιζε, παλινδρομούσε κι έμπαινε μέσα σ’ ένα ατέλειωτο γλυκό παιχνίδισμα. Το μάτι διεσταλμένο να το παρατηρεί, λες και παρακαλούσε το περιεχόμενο ποτέ να μην τελειώσει. Ήταν ο μεγάλος πειρασμός που κέρδιζε τις καρδιές για πάντα, γέμιζε συναισθήματα κι ας… λέρωνε τα «επίσημα» ρούχα της παρέλασης.
Το αγαπημένο και εμβληματικό παγωτό χωνάκι «Σίσσυ» διέγραψε στην πόλη μας μια πετυχημένη γευστική πορεία. Δεκάδες καλοκαίρια μάς χάρισε τη δροσιά του με τις ίδιες πετυχημένες γεύσεις του, όταν η κάψα στέγνωνε το στόμα μας. Όμως, εκείνη η πρώτη μέρα της σαιζόν που έκανε την εμφάνισή του, «έγραψε» στις καρδιές μας.
Και «γράφει» ακόμα, κάτω από τις νέες συνθήκες, όταν μας τραβούν απ’ το χέρι τα παιδιά των παιδιών μας και μας πάνε προς τη γλυκιά γεύση του παγωτού «Σίσσυ», που μετακόμισε λίγο πιο κάτω στην ίδια γειτονιά με άξιο συνεχιστή τον Ντίνο Μάριου Τσαντούκλα.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ