Ο κορωνοϊός συνεχίζεται, τα ταξίδια απομακρύνονται στο μέλλον. Το κενό πάνε να καλύψουν τα ταξίδια του παρελθόντος. Όσο πιο μακρινά, όσο πιο εξεζητημένα, τόσο φαίνεται να παίρνουν εκδίκηση από την πανδημία για όλα τα κακά, μέσα σ’ αυτά και για τα ταξίδια που μας στερεί.
Αυτή τη φορά σειρά έχει το ταξίδι σε Αυστραλία και Νέα Ζηλανδία, από τους πιο μακρινούς προορισμούς μας, σε αντιδιαμετρική θέση στον πλανήτη. Αν επεκτείνουμε μια ευθεία που ενώνει την Ελλάδα με το κέντρο της γης, βγαίνει κάπου κοντά στη Νέα Ζηλανδία.
Αυτό που προκαλεί γι’ αυτό το ταξίδι είναι και το ότι πάμε σε μια άλλη Ελλάδα. Η ομογένεια στη Αυστραλία αριθμεί πάνω από 400.000, η δε Μελβούρνη με πάνω από 200.000 θεωρείται μετά την Αθήνα και Θεσσαλονίκη η τρίτη Ελληνική πόλη!
ΜΕΡΟΣ Α΄
Λίγα λόγια για την Αυστραλία
Σύμφωνα με την Βικιπαίδεια, η Κοινοπολιτεία της Αυστραλίας είναι η έκτη μεγαλύτερη χώρα στον κόσμο (γεωγραφικά) και ανήκει στην ήπειρο Ωκεανία.
Η ήπειρος Ωκεανία έχει συνολική έκταση 8.525.989 τετραγωνικά χιλιόμετρα και πληθυσμό 42.678.000 εκατομμύρια. Εκτείνεται στο μεγαλύτερο μέρος του Ειρηνικού και εκτός από την Αυστραλία περιλαμβάνει τη Νέα Ζηλανδία, τη Νέα Γουινέα και άλλες συνολικά 15 χώρες.
Το όνομα Αυστραλία προέρχεται από τη λατινική φράση terra austraIis in cognita («άγνωστη νότια γη»). Η έκτασή της είναι 7.688.287 τετραγωνικά χιλιόμετρα και ο πληθυσμός της είναι 25.687.041 κάτοικοι, σύμφωνα με επίσημη εκτίμηση τον Ιούνιο τον 2020. Πρωτεύουσα είναι η Καμπέρα, με 403.000 κατοίκους (2016). Αποτελείται από την Αυστραλιανή ήπειρο, την Τασμανία και πολυάριθμα νησιά.
Το μέγεθος της Αυστραλίας της προσδίδει μεγάλη ποικιλία τοπίων, με τροπικά δάση στα βορειοανατολικά, οροσειρές στα νοτιοανατολικά και νοτιοδυτικά, και έρημο στο κέντρο. Είναι η πιο επίπεδη ήπειρος, με τα παλαιότερα και λιγότερο εύφορα εδάφη. Η έρημος και οι ημιερημικές εκτάσεις καταλαμβάνουν τη μεγαλύτερη έκταση της χώρας.
Η Αυστραλία ως έκταση είναι περίπου 60 Ελλάδες, από τις οποίες οι 50 είναι έρημος και οι υπόλοιπες 10 σχετικά έως πλήρως κατοικήσιμες με πληθυσμό περίπου όσο δυο Ελλάδες.
Σε μικρή απόσταση από τις βορειοδυτικές ακτές βρίσκεται ο Μεγάλος Κοραλλιογενής Ύφαλος, ο μεγαλύτερος του κόσμου, ο οποίος εκτείνεται σε μήκος άνω των 2.000 χιλιομέτρων. Το όρος Ογκούστους στη δυτική Αυστραλία διεκδικεί το τίτλο τον μεγαλύτερου μονόλιθου στον κόσμο, ενώ πολύ γνωστός είναι ο μονόλιθος Ουλουρού (Άγερς ροκ) στην κεντρική Αυστραλία.
Η Αυστραλία είναι ομοσπονδιακό κράτος που αποτελείται από έξι πολιτείες και δυο μείζονες επικράτειες. Οι έξι πολιτείες είναι οι ηπειρωτικές Βικτόρια (πρωτεύουσα Μελβούρνη), Δυτική Αυστραλία (πρωτεύουσα Περθ), Νέα Νότια Ουαλία (πρωτεύουσα Σίδνεϋ), Νότια Αυστραλία (πρωτεύουσα Αδελαΐδα), Κουίνσλαντ (πρωτεύουσα Μπρισμπέιν) και η νησιωτική Τασμανία.
Οι ιθαγενείς κάτοικοι της Αυστραλίας, οι Αβορίγινες, όπως προσδιορίζονται από το Ανώτατο Δικαστήριο της Αυστραλίας, είναι 649.171, σύμφωνα με την απογραφή τον 2016 και αποτελούν το 2,8 του πληθυσμού της χώρας. Αν εξαιρεθούν οι αυτόχθονες Αβορίγινες οι υπόλοιποι κάτοικοι είναι μετανάστες άποικοι και οι απόγονοί τους, που ανήκουν φυλετικά κυρίως σε διάφορους πληθυσμούς της Ευρώπης. Οι Βρετανοί, οι Ιταλοί, οι Γερμανοί και οι Έλληνες είναι από τις κυριότερες εθνότητες Ευρωπαίων πολιτών της Αυστραλίας. Άλλες σημαντικές πληθυσμιακά εθνότητες είναι οι Κινέζοι, οι Ινδοί, καθώς και άλλοι λαοί της Ασίας.
Η ανακάλυψη της Αυστραλίας έγινε πρώτα από τους Ολλανδούς το 1606, οι οποίοι χαρτογράφησαν ολόκληρη τη Δυτική και Βόρεια ακτογραμμή που την ονόμασαν «Νέα Ολλανδία», αλλά δεν προσπάθησαν να την αποικίσουν.
Το 1770 ο σπουδαίος θαλασσοπόρος, χαρτογράφος και αστρονόμος Τζέιμς Κούκ, χαρτογράφησε την ανατολική ακτή, την οποία ονόμασε Νέα Νότια Ουαλία και την διεκδίκησε εκ μέρους της Μεγάλης Βρετανίας. Λίγο αργότερα η Βρετανική κυβέρνηση έστειλε έναν στόλο με ποινικούς και τον Ιανουάριο 1788 ύψωσαν σημαία στον Κόλπο του Σίδνεϋ. Ένας Βρετανικός οικισμός δημιουργήθηκε στην Τασμανία το 1803, την οποία ανακάλυψε ο Ολλανδός Άβελ Τάσμαν το 1642 και έγινε ανεξάρτητη αποικία το 1825.
Ο Ελληνισμός της Αυστραλίας
Οι πρώτοι Έλληνες που αποβιβάστηκαν στην Αυστραλία ήταν επτά νεαροί από την Ύδρα, οι οποίοι έφτασαν εκεί το 1828, καταδικασμένοι σαν πειρατές από την Αγγλική Δικαιοσύνη.
Λέγεται ότι πρόεδρος του δικαστηρίου ήταν ο γνωστός από την ναυμαχία του Ναυαρίνου, αρχιναύαρχος Κόρδιγκτον, που σαν φιλέλληνας φρόντισε να μετατραπεί η θανατική καταδίκη σε εκτόπιση στην Αυστραλία. Σύμφωνα με τις διαθέσιμες ιστορικές πηγές, με παρέμβαση του Ελληνικού κράτους, τους δόθηκε χάρη και πέντε απ’ αυτούς επαναπατρίστηκαν το 1836, γεγονός που δείχνει ότι μάλλον ήταν πατριώτες παρά κοινοί πειρατές.
Οι δυο που έμειναν ήταν ο Γκίκας Βούλγαρης και ο Αντώνης Μανώλης, ο οποίος το 1854, σε ηλικία 50 ετών, έγινε ο πρώτος Αυστραλός υπήκοος Ελληνικής καταγωγής. Τον Σεπτέμβρη 2020 η Αρχιεπισκοπή της Αυστραλίας τέλεσε τρισάγιο στον τάφο του και πραγματοποιήθηκε εκδήλωση στη μνήμη του.
Το κύριο μεταναστευτικό ρεύμα από την Ελλάδα προς την Αυστραλία τον 19ο αιώνα, άρχισε μετά το 1880. Η απογραφή του 1891 αναφέρει την ύπαρξη 482 ατόμων γεννημένων στην Ελλάδα. Αυτοί οι μετανάστες κατάγονταν κύρια από τα Κύθηρα, την Ιθάκη και το Καστελόριζο, και ήταν αυτοί που έθεσαν τα θεμέλια της Ελληνοαυστραλέζικης παροικίας, προκαλώντας το φαινόμενο της αλυσιδωτής μετανάστευσης, το οποίο οδήγησε στην αύξηση του Ελληνικού στοιχείου στην Αυστραλία σε 878 άτομα το 1901 και 1.798 άτομα το 1911.
Η αύξηση του Ελληνικού πληθυσμού στην Αυστραλία συνεχίστηκε και κορυφώθηκε από τα 1961 μέχρι το 1966, περίοδο κατά την οποία περίπου 69.000 Έλληνες εγκαταστάθηκαν στην Αυστραλία.
Η Αυστραλιανή απογραφή του 1986 βοηθά σημαντικά στον προσδιορισμό του Ελληνικού πληθυσμού. Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτής της απογραφής ο συνολικός πληθυσμός Ελληνικής καταγωγής στην Αυστραλία ήταν 137.611 άτομα (70.687 άνδρες και 66.924 γυναίκες) πρώτης γενιάς (δηλαδή γεννημένοι στην Ελλάδα) και 137.688 άτομα δεύτερης γενιάς (δηλαδή γεννημένοι στην Αυστραλία μ’ ένα ή και τους δύο γονείς γεννημένους στην Ελλάδα). Το σύνολο αυτών ανέρχεται σε 275.299 άτομα.
Κατά τον πρόεδρο της Ελληνικής κοινότητας Μελβούρνης, Βασίλειο Παπαστεργιάδη, στην Αυστραλία ζουν σήμερα 600.000 και στη Μελβούρνη, την «Αθήνα του νότου», 300.000 Έλληνες. Μόνο κατά την περίοδο της κρίσης ήρθαν στη Μελβούρνη 20.000 Έλληνες. Η κοινότητα αναπτύσσει σπουδαία δραστηριότητα με γραφείο για την βοήθεια νέων μεταναστών, σχολεία για την εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας και σχέσεις με το κυβερνητικό υπουργείο Μετανάστευσης.
Όλοι αυτοί οι μετανάστες, τουλάχιστον μέχρι το 1980, πήγαν στην Αυστραλία ακτοπλοϊκώς. Προσωπικά κατευόδωσα χωριανούς μου στο λιμάνι του Πειραιά με μια βαλίτσα στο χέρι να πάρουν το καράβι για ταξίδι… 29 ημερών μέχρι το Σίδνεϋ.
Στο ταξίδι διάβασα ένα ωραίο βιβλίο ενός Ελληνοαυστραλού δικηγόρου, του Χρήστου Τσιόλκα, «Το χαστούκι». Η υπόθεση του βιβλίου ήταν ένα πάρτι από έναν της ομογένειας με καλεσμένους διάφορους από αυτή και άλλες εθνότητες. Δημιουργήθηκε ένα επεισόδιο και το πάρτι διαλύθηκε. Έφτασαν ακόμη και στα δικαστήρια. Τα επόμενα κεφάλαια του βιβλίου του Τσιόλκα περιγράφουν τους διάφορους συμμετέχοντες, μεγάλους και μικρούς, με τις ιστορίες τους, σχηματίζοντας έτσι την τοιχογραφία μιας κοινωνίας με μπερδεμένες ρίζες από την Ελλάδα και όλο τον πλανήτη.
Το ταξίδι
Το ταξίδι για Αυστραλία και Νέα Ζηλανδία στις 28 Φεβρουαρίου έως 30 Μαρτίου 2017, οργανωμένο από το πρακτορείο VERSUS, είχε τις πρώτες 12 ημέρες για την Αυστραλία. Αθήνα-Ντουμπάι 4 ώρες και στη συνέχεια Ντουμπάϊ-Σίδνεϋ.
Το δεύτερο 14ωρο μέρος σ’ ένα διώροφο μεγαθήριο 660 θέσεων μιάμιση νύχτα και μία μέρα ήταν το δυσκολότερο του ταξιδιού. Μετά από 10 ώρες φθάνουμε πάνω από την δυτική ακτή και πετώντας επί 4 ακόμα ώρες πάνω από την Αυστραλία, προσγειωνόμαστε στο Σίδνεϋ, στην ανατολική ακτή της.
Σίδνεϋ. Η μεγαλούπολη που ξεκίνησε πριν δυο αιώνες ως αποικία καταδίκων.
Το Σίδνεϋ πρωτεύουσα της Νέας Νότιας Ουαλίας με 4,5 εκατομμύρια κατοίκους είναι η μεγαλύτερη και αρχαιότερη πόλη της Αυστραλίας. Το 1788 ο κυβερνήτης, Άρθουρ Φίλιπ, έφθασε σ’ ένα φυσικό όρμο μ’ ένα στόλο με φορτίο Βρετανούς κατάδικους. Το γεγονός αναγγέλθηκε στον λόρδο Σίδνεϋ, υπουργό των Εξωτερικών, προς τιμή του οποίου ο όρμος και ο οικισμός που δημιουργήθηκε πήρε το όνομά του.
Η πόλη βρίσκεται εκατέρωθεν ενός φιόρδ βάθους περίπου 20 χιλιομέτρων που βγαίνει στον Ειρηνικό. Λίγο μετά την είσοδο του φιόρδ υπάρχει η εμβληματική σιδερένια γέφυρα του λιμανιού (1932), σήμα κατατεθέν της πόλης, που ενώνει τις δύο όχθες. Το κεντρικό άνοιγμα έχει πλάτος 100μέτρων και το απαραίτητο ύψος για την είσοδο των πλοίων στο λιμάνι. Πλησίον της γέφυρας συναντάμε την όπερα του Σίδνεϋ (1973) σε σχήμα φύλλων, επίσης εμβληματικό στοιχείο και σήμα κατατεθέν της πόλης. Περί την γέφυρα βλέπουμε μοντέρνα και υψηλά κτίρια για τις δραστηριότητες γραφείων και επιχειρήσεων που θυμίζουν Μανχάταν.
Προς την μεριά της θάλασσας υπάρχουν πολλοί ορμίσκοι με καφέ, μπυραρίες και νυχτερινή ζωή. Πόλη ζωντανή με πολύχρωμο πλήθος (Ευρωπαίοι, Ασιάτες) που θυμίζει Λονδίνο. Εξαιρετικά οργανωμένη μοντέρνα πόλη με έντονη την σφραγίδα από το πέρασμα των Άγγλων. Πλησίον της εξόδου του φιόρδ βρίσκεται η παραλία Bondi για κολύμβηση. Με πλατιά και καλή άμμο, εκτεθειμένη όμως στα κύματα του Ειρηνικού και τους καρχαρίες. Στη μέση της παραλίας διώροφο παρατηρητήριο ειδοποιεί για την εμφάνιση καρχαριών.
Ακολουθεί επίσκεψη στο ενυδρείο του Σίδνεϋ που θεωρείται από τα εντυπωσιακότερα. Πέρασμα κάτω από δεξαμενές με διάφανα τοιχώματα γεμάτες ψάρια, καρχαρίες, σελάχια κτλ. Πετύχαμε και σ’ ένα gaypride σε κεντρικό δρόμο της πόλης με παρουσίες απ’ όλο τον κόσμο, παρελάσεις, άρματα που θύμιζαν έντονα καρναβάλι.
Προαιρετική η επίσκεψη στο Άγιερς Ροκ (Ουλουρού στην ντόπια διάλεκτο). Πρόκειται για ένα μονοκόμματο βράχο από ψαμμίτη ύψους 348μέτρων από τη βάση με περίμετρο 9,4 χιλιόμετρα κόκκινου χρώματος στο κέντρο της Αυστραλιανής ηπείρου, τρεις ώρες με το αεροπλάνο. Μοναδικό το τοπίο, εξαιρετικό το ρόδισμα με την ανατολή του ηλίου, δύσκολη όμως η επίσκεψη.