Η ανατρεπτικότητα έχει συνήθως μια αμάχητη γοητεία. Ανατρεπτικούς ανθρώπους ερωτευόμαστε, σε ανατρεπτικά όνειρα ελπίζουμε, ανατρεπτικές πράξεις μένουν αλησμόνητες.
Υπάρχει, όμως, και κάτι, το οποίο, καίτοι ανατρεπτικό, καθόλου δε μας γοήτευσε. Και το όνομα αυτού… 2020! Ανατρεπτική χρονιά, η οποία λίγο πριν λήξει μάς επεφύλασσε ένα ακόμη lockdown (ας είναι επιτυχές!). Δεν έχω σκοπό να αναφερθώ γενικά στην κατάσταση. Η νέα αυτή καραντίνα ήταν απλώς η άκρη του μίτου της σκέψης μου. Γιατί μου θύμισε πόσο δύσκολο είναι να ζεις μεταξύ δύο πόλεων. Και η ιστορία που ακολουθεί είναι η ιστορία δύο πόλεων που κάθε φοιτητής μπορεί να σας διηγηθεί.
Σπουδάζοντας στην Αθήνα και έχοντας μεγαλώσει στην Άρτα, τα τελευταία δύο χρόνια είχα συνηθίσει την Αθήνα και τη θεωρούσα (αργά, αλλά σταθερά) τόπο κατοικίας, βλέποντας παράλληλα την πόλη που μεγάλωσα ως τόπο καταγωγής. Η στάση μου ήταν σαφής: η ζωή μου ήταν πλέον στην Αθήνα, η Άρτα θα ήταν για πάντα μία πόλη όπου θα έβρισκα ένα καταφύγιο ξεγνοιασιάς όταν χρειαζόταν. Ήρθε, όμως, ορμητικός ο κορωνοϊός με δυο καραντίνες δώρο. Και τότε, εγώ και ένα πλήθος φοιτητές, βρεθήκαμε μεταξύ δύο πόλεων.
Δεν είναι εύκολο να βάλεις τη ζωή σου σε μία σειρά και να θέσεις νέους στόχους όταν δεν έχεις έδρα (όλοι ξέρουν ότι οι ομάδες παίζουν καλύτερα εντός έδρας!). Και το θλιβερό είναι πως όταν βρίσκεσαι μεταξύ δύο πόλεων, δε βρίσκεσαι σε καμιά. Με ποιάς πόλης τους ανθρώπους θα δεθείς; Σε ποιά πόλη θα ονειρευτείς το μέλλον σου; Ποιά πόλη θα περπατήσεις και θα μάθεις τα μυστικά της; Πώς θα μοιράσεις τη ζωή σου μεταξύ δύο πόλεων; Και το ζήτημα δεν είναι γεωγραφικό… Η πόλη είναι οι άνθρωποί της. Η φουρνάρισσα με τη γλυκιά της καλημέρα, ο περιπτεράς με το κουτσομπολιό του, ο γείτονας που θα χαιρετίσεις κάθε πρωινό. Και, πάνω απ’ όλα, οι φίλοι με τους οποίους θα μοιραστείς την καθημερινότητά σου.
Το δίλημμα των δύο πόλεων ενέχει μεγάλους κινδύνους. Δεν είναι δύσκολο το πισωγύρισμα. Πολλοί θα διαλέξουν (-ουμε) την εύκολη πόλη με τις ασφαλείς αλλά στατικές λύσεις. Ποιος θα έχει το θάρρος να διαλέξει την πόλη όπου θα μπορέσει να προοδεύσει και να πετύχει τα όνειρά του (εκείνα τα ανατρεπτικά παιδικά όνειρα);
Ο καθένας θα πρέπει σ’ αυτή τη δύσκολη καμπή να προσέξει και πού θα μείνει και πού θα δει το μέλλον του. Και δεν είναι ανάγκη οι δύο τόποι να συμπίπτουν (εκ πείρας το λέω). Άλλο το κατοικώ στην Άρτα και άλλο το βολεύομαι στην Άρτα. Και στην κάθε Άρτα, στην κάθε πόλη καταγωγής μου. Ο καθένας μπορεί να επιλέξει…
Δε θέλω να κάνω κήρυγμα, ούτε και μπορώ με βάση τις αποφάσεις που πήρα. Απλώς ήθελα να επισημάνω έναν κίνδυνο και μια ανησυχία. Την ανησυχία μη βρεθούμε για πολύ καιρό ακόμα μακριά από το φυσικό μας περιβάλλον, τη φοιτητούπολή μας. Και τον κίνδυνο να βρεθούμε στη λάθος πόλη, να τη μισήσουμε που τόσο την αγαπάμε και η επιστροφή μας να είναι απότομη και τραχιά. Αλλά, το ποια είναι η λάθος πόλη δε θα το απαντήσω εγώ, θα το απαντήσει η καρδιά -κι όχι ο νους ή η ψυχή- του καθενός…
* Ο Βασίλης Χριστοδούλου
είναι φοιτητής Νομικής