Το ρολόι της ιστορίας
Με απαλές κινήσεις θα βάλουμε στην ηλεκτρική πρίζα ένα παλιό ξύλινο «μαγικό κουτί», για να ακούσουμε ήχους που συνεχίζουν να μας αναστατώνουν και να μας ξανακάνουν παιδιά.
Αξίζει να το απολαύσουμε λίγο καλύτερα, καθώς θα μας ταξιδεύει σε αγαπημένες συχνότητες: Στα μακρά, στα μεσαία, στα βραχέα, στα FM. Να ανάψει με χρονοκαθυστέρηση η τριοδική λάμπα και να μας μεταφέρει, με τη βοήθεια της εσωτερικής ή της εξωτερικής του κεραίας και τα ραδιοκύματα, στο tuner της Grundig, της Philips, της Telefunken, της Nordmende.
Μας συγκινεί βαθιά η εικόνα του, γιατί βοήθησε στη διαμόρφωση της κοινωνίας του εικοστού αιώνα στους τομείς της οικονομίας, του πολιτισμού, της τέχνης, της επικοινωνίας και της μαζικής ενημέρωσης. Μπήκε στις ζωές μας και έφτιαξε ατμόσφαιρα, τις γέμισε με μουσικές, έγινε γλυκιά συνήθεια, ανάγκη, παρέα.
Φορούσε χαμόγελο στα χείλη φτωχών ανθρώπων κι ας ήταν σύννεφο τα παράσιτα, το «βράσιμο» και οι παρεμβολές. Απηχούσε αισθητικές, γόητρο, ήταν στοιχείο διακόσμησης ασορτί με τα έπιπλα, και έμπαινε στο πιο εμφανές σημείο του σπιτιού.
Μια μικρή περιουσία κόστιζε η αγορά του, έχοντας προδιαγραφές παγκόσμιας λήψης. Ήταν παράσημο και ταξικό προνόμιο οι πρώτες εμφανίσεις του στις μικρές ή τις μεγαλύτερες κοινωνίες. Κι όπου δεν υπήρχε ηλεκτρισμός, ο Γιωτόπουλος, ο Αγόρος, ο Στρατής έκαναν χρυσές δουλειές με τις μεγάλες τετράγωνες μπαταρίες.

Με όχημα τη φαντασία
Στην αρχική τους μορφή ήταν ξύλινα εξωτερικά κι αργότερα από βακελίτη, με ιδιαίτερη προσωπικότητα, χρώμα, σχήμα και χαρακτήρα.
Είχαν μια κάθετη βελονίτσα που τη σέρναμε με συγκίνηση, και η κάθε ραδιοφωνική ακρόαση ήταν ένα μικρό μεγάλο ταξίδι με όχημα τη φαντασία μας.
Εγκλωβίζαμε τα κύματα -κι ας μην τα βλέπαμε- με πλοηγό το δεξί μεγάλο στρογγυλό κουμπί για να επικοινωνήσουμε τελετουργικά με το άγνωστο. Μας πήγαιναν, από το χωριό ή την πόλη που ζούσαμε, στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη, τον Πύργο, την Κέρκυρα. Μας έφταναν και στα «εξωτερικά»: Στα Τίρανα, τη Σόφια, τη Μόσχα, το Λονδίνο, τη Γερμανία, στη φωνή της Αμερικής.
Οι εκφωνητές ήταν οι γνωστοί άγνωστοι στη ζωή μας, που είχαν γίνει η καλή συντροφιά μας. Νομίζαμε ότι είχαν στη φωνή τους κάτι το θεϊκό, που μας έφερνε συγκίνηση και ευτυχείς στιγμές. Ο ράδιο-λόγος τους ισχυρός, κοινωνικός, είχε κύρος, μας δίδασκε ήθος, διαμόρφωνε χαρακτήρες, και μας έδινε ιδέες και πληροφορίες.
Μας κρατούσε στο σπίτι για μια ευλαβική ακρόαση, και ο παιδικός μας κόσμος έμπαινε σ’ ένα χορό αισθήσεων. Βαθιά ριζωμένες -παρά τα χρόνια που πέρασαν- οι εξαιρετικές σειρές του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας και του σταθμού των ενόπλων δυνάμεων: Καλησπέρα κ. Έντισσον, μικρή πικρή μου αγάπη, το σπίτι των ανέμων, η θεία Λένα, το θέατρο στο μικρόφωνο, οι λαϊκοί βάρδοι του Πάνου Γεραμάνη και τόσες άλλες. Γινόμασταν ευτυχείς ακροατές, καθώς πλάθαμε άπειρες εικόνες στο μυαλό μας.
Όλα τα τραγούδια που ακούγαμε από τις συχνότητες, λες και είχαν γραφτεί ειδικά για μας -κι ας είχαν γραφτεί για χιλιάδες άλλους. Η κάθε δισκογραφική εταιρία είχε τη δική της ώρα μετάδοσης για να μας ενημερώνει για τα καινούργια της δημιουργήματα. Και το δημοτικό δεν ήταν απαγορευμένο…
Κυριακή απόγευμα σειότανε η χώρα μας από τις ποδοσφαιρικές αναμεταδόσεις. Πάντα όρθιοι από την αγωνία και το οπαδικό πάθος, το αυτί σε κοντινή απόσταση από το ηχείο, οι χτύποι της καρδιάς στα ύψη, μέχρι που να ακούσουμε από τα χείλη του σπίκερ, Βασίλη Γεωργίου, την ιαχή γκόοοοοοοολ. Μπορεί και να μην είχε ολοκληρωθεί ο αγώνας, κι εμείς τρέχαμε στις χωμάτινες γειτονιές και τα χέρσα χωράφια, για να μοιάσουμε στον Δομάζο, στον Σιδέρη, στον Παπαϊωάννου.

Ακούω, μαθαίνω, ονειρεύομαι
Ο ρόλος του έπαιρνε και άλλες διαστάσεις. Έδινε πρόσβαση σε άγνωστους πολιτισμούς και γεφύρωνε κόσμους. Ήταν η συμπόρευση, η προέκταση και το συμπλήρωμα του σχολείου.
Έλειπαν τότε τα φροντιστήρια και οι πολλές βοήθειες για τα παιδιά. Έφερνε με έξυπνο τρόπο τη γνώση και πάντα σε ωραία συσκευασία. «Σιγά-σιγά πάνε τ’ άστρα να πλαγιάσουν», έλεγε ο εκφωνητής, κι εμείς με τη σειρά μας έπρεπε να πατήσουμε το κοκκαλένιο άσπρο κουμπί και να πάμε για ύπνο.
Ήταν η παρηγοριά και η έκφραση των εφηβικών ανεκπλήρωτων ερωτικών σκιρτημάτων. Θα θυμόσαστε, αγαπητοί μου αναγνώστες, τις μουσικές παραγγελίες: «Ακροατής αφιερώνει εξαιρετικά σε ακροάτρια», του τοπικού ραδιοσταθμού «Παπαδημητρίου», με αντίτιμο γραμματόσημο των πέντε δραχμών. Ήταν που το σταλμένο ανώνυμο τραγούδι σε φάκελο χτυπούσε κατευθείαν στην καρδιά.
Θεαματική τεχνολογική εξέλιξη και επανάσταση ήταν τα τρανζίστορ, στις αρχές της δεκαετίας του εξήντα. Κατά κανόνα μικρότερες κατασκευές, πιο εύχρηστες, που κι αυτές είχαν την ομορφιά τους. Έπρεπε να κουνάμε και λίγο την ενσωματωμένη κεραία για να πιάνει καλύτερα…

Μια ζωή ραδιόφωνο
Η ερτζιανή δύναμη σφράγισε με την παρουσία της στο παγκόσμιο στερέωμα τα τελευταία εκατό περίπου χρόνια και η πολιτιστική της επίδραση υπήρξε τεράστια.
Υποβαθμίστηκε στους καιρούς που διανύουμε κάπως το κύρος του καλού ραδιοφώνου, από την απόλυτη εμπορευματοποίηση, τις ανούσιες δήθεν πνευματώδεις κουβεντούλες, τους βαρετούς μονόλογους και από μέσο επικοινωνίας έγινε μέσο στοχευμένης ενημέρωσης, στολισμένη με εκνευριστικές επαναλαμβανόμενες διαφημίσεις και μουσικές παρωδίες.
Η «πικρή μικρή μου αγάπη με τη Βάνα και τον Αλέξη» μπορεί σήμερα να μη μας δεσμεύει το αυτί, γιατί άλλες σαπουνόπερες μας προσελκύουν, όμως η ραδιοφωνική γοητεία δε θα πεθάνει ποτέ, παρά το σφοδρό ανταγωνισμό από το διαδίκτυο, τις ψηφιακές εφαρμογές και την τηλεοπτική φόρτιση.
Πόσο θα κρατήσει και πόσο θα εξελιχθεί, κανείς δεν μπορεί να προβλέψει. Σίγουρο είναι ότι θα συνεχίσει να παίζει στο σπίτι, στο αυτοκίνητο, στα ταξίδια, στις χαρές μας και στους έρωτες.

ΥΓ: Μην προσπερνάτε τα παραπεταμένα παλιά ράδια-κοσμήματα που θα βρεθούν στο δρόμο σας. Αξίζουν την προσοχή σας!

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ