Ο χώρος της Ηπείρου υπήρξε πάντα ευάλωτος στις επιδημίες και δη αυτές της πανούκλας.
Η επαφή της Ηπείρου με την Αλβανία, όπου ήταν συνήθως η «είσοδος» των επιδημιών αλλά και τα χερσαία σύνορα με την υπόλοιπο ελλαδικό χώρο προσβάλλονταν τακτικά από την επιδημία της πανώλης. Παράλληλα, η επαφή της Ηπείρου με τις Ιόνιους νήσους μετέφερε και την επιδημία. Μεταξύ Ηπείρου και Αλβανίας υπήρχε πάντα μια κίνηση πληθυσμού από βορά προς νότο και από νότο προς βορά.
Συνήθως έμποροι, στρατιώτες και κτηνοτρόφοι που μετακινούνταν, γίνονταν οι φορείς του ιού. Έτσι, λοιπόν, και στα 1816. Από τα βόρεια ερχόμενη η πανούκλα χτύπησε και την Άρτα. Πριν, όμως, αναφερθώ στην Άρτα ας δούμε τι μέτρα είχαν ληφθεί με την εμπειρία του παρελθόντος.
Αλή πασάς και λοιμοκαθαρτήρια
Όπως μας είναι γνωστό η πανούκλα είχε χτυπήσει και ολόκληρες δεκαετίες πριν τον Αλή πασά.
Ο Αλή πασάς ήταν ο πρώτος που κατάλαβε το πρόβλημα. Αφού συζήτησε το πρόβλημα με Έλληνες και ξένους γιατρούς κατάλαβε ότι έπρεπε να παρθούν κάποια μέτρα. Κι αυτό για να εμποδίσει να βγει κάθε επιδημία πέρα από το πασαλίκι του, αλλά και να την πολεμήσει όσο μπορεί μέσα στο πασαλίκι. Για να γίνουν αυτά πάρθηκαν μέτρα απομόνωσης και νοσηλείας των ασθενών. Όπως και μέτρα καραντίνας-λοιμοκαθαρτηρίων γύρω από την πόλη. Έτσι, θα συναντήσουμε λοιμοκαθαρτήρια στα Πέντε Πηγάδια αλλά και στην Πάσαινα (Παντάνασσα).
Όπως ήδη έχω γράψει σε άλλο άρθρο υπήρχαν ακόμη καραντίνες στο Θεοτοκιό, την Κόπραινα και την Σαλαώρα. Ο αδερφός του Πουκεβίλ, Ουγκώ, μας μεταφέρει την πληροφορία πως η διαμονή στα λοιμοκαθαρτήρια κόστιζε ένα τσεκίνι.
Ήδη από το 1812, ο Αλής είχε διατάξει να απολυμαίνονται οι ταχυδρόμοι που έφταναν από Κωνσταντινούπολη με αρώματα, μια συνηθισμένη μέθοδο για την εποχή. Τα δε εμπορεύματα που έφταναν στην Ήπειρο, περνούσαν την μέθοδο του καπνισμού για απολύμανση.
Με βάση τον Σταυρόπουλο, η οργάνωση των λοιμοκαθαρτηρίων στα δερβένια (περάσματα), αλλά και σε άλλα βασικά σημεία των δρόμων, όπως τα μεγάλα γεφύρια, υπήρξαν- παρά τις ουσιαστικές αδυναμίες που εμπεριείχε η πρωταρχική αυτή προσπάθεια για τον χώρο και τις εγγενείς αντινομίες νοοτροπιών και αντιλήψεων διοικούντων και διοικουμένων- αρκετά αποτελεσματική, καθώς ο κύριος Ηπειρωτικός χώρος έμεινε ουσιαστικά αμόλυντος μέχρι την άνοιξη του 1816.
Η πανώλη του 1816
Η πανώλη (πανούκλα) του 1816 έφτασε στην Άρτα.
Ήδη με τα πρώτα κρούσματα τόσο οι Έλληνες και Οθωμανοί προεστοί την κοπάνησαν και άφησαν την πόλη υπό την διοίκηση Αλβανών στρατιωτών, οι οποίοι δεν ήξεραν να χειριστούν το θέμα. Επιπλέον, εκείνες τις ημέρες ο βοεβόδας της Άρτας είχε κάνει ένα σφάλμα ή -ίσως κατ’ εντολή του Αλή- και χάλασαν οι υδρόμυλοι της πόλης, με αποτέλεσμα να μείνει χωρίς αλεύρι.
Αρχικά οι θάνατοι ανέρχονταν σε 10 το πολύ 15 την ημέρα, αλλά όσο περνούσαν οι ημέρες τα κρούσματα και οι θάνατοι άρχιζαν να ανεβαίνουν. Αν πιστέψουμε τον Πουκεβίλ, στο τέλος ανήλθαν γύρω στου 30 την ημέρα.
Ο Οθωμανός διοικητής της πόλης πρότεινε στον Γάλλο πρόξενο να παραμείνει στην πόλη για να μην αναστατωθεί ο κόσμος, πράγμα που έκανε αρχικά ο Πουκεβίλ.
Όταν, όμως, οι Οθωμανοί άρχοντες έφυγαν στα βουνά και ο μητροπολίτης την κοπάνισε στο Βραχώρι, ο Πουκεβίλ έφυγε για την Ακαρνανία. Όταν μετά από 18 μήνες επέστρεψαν όλοι πίσω, η πόλη δεν ήταν όπως πρώτα.
Η επιστολή του Πουκεβίλ προς τον αδερφό του
Μέσα από μια επιστολή του Πουκεβίλ προς τον αδερφό του, το 1818, μπορούμε να πάρουμε μια εικόνα για το τι πέρασαν οι Αρτινοί εκείνες τις ημέρες.
Έγραφε στην επιστολή: «Η πανούκλα τέλειωσε. Τα υπολείμματα του πληθυσμού επέστρεψαν στην πόλη. Η επιδημία που δεν σταμάτησε να χτυπά παρά μόνο όταν στέρεψε το δηλητήριό της, έδειξε κατά τη διάρκεια των φάσεών της όλα τα χαρακτηριστικά και φοβερά καπρίτσια της κακίας της.
Χωρίς να μιλήσουμε για πονοκεφάλους, για εμετούς και πυρετούς χαρακτηριστικούς αυτής της αρρώστιας, τα άλλα συμπτώματά της ήταν τόσο διαφορετικά όσο και φοβερά. Όλοι οι άνθρωποι που προσβλήθηκαν από την ασθένεια αυτή δεν έζησαν περισσότερο από 48 ώρες.
Μερικοί ασθενείς που τους κατάτρωγε η δίψα που έκαιγε τα σωθικά τους, έσβηναν πριν από το βουβωνικό εξάνθημα. Άλλοι είχαν το στήθος και το κορμί τους ολόκληρο σκεπασμένο από ένα εξάνθημα όμοιο με την Κορινθιακή σταφίδα. Σ’ άλλους έβλεπε κανείς μεγάλους άνθρακες, που αποχωρίζονταν με την διαπότιση, σαν τεράστιες φουσκάλες που η πτώση τους άφηνε τα πλευρά και τα κόκκαλα ακάλυπτα και άλλους να έχουν βουβώνα στις αρθρώσεις. Χάθηκαν όλοι.
Άνθρωποι αδύναμοι πέθαιναν από κατάπτωση, βογκώντας και τα πτώματά τους έπεφταν κομμάτια-κομμάτια σαν να είχαν σαπίσει. Άλλοι πέθαιναν από σπασμούς λύσσας.
Ένας μικρός αριθμός ανθρώπων διατηρούσαν τη λογική τους μέχρι την τελευταία τους στιγμή, ενώ οι περισσότεροι σκαρφάλωναν στις στέγες των σπιτιών, μέσα σε παράφορο παραλήρημα και σπασμούς μανίας, βγάζοντας απαίσιες κραυγές. Θεωρούσε κανείς ευτυχι¬σμένους εκείνους που πέθαιναν αμέσως. Πολύ συχνά οι άνθρωποι, όταν μιλούσαν πάθαιναν ιλίγγους, τα μάτια τους φλογίζονταν, μίλαγαν δυνατά και ξαναμμένοι όπως ήταν, ρίχνονταν στο ποτάμι ή στα πηγάδια.
Ένα γενικό παραλήρημα κυρίευε το μυαλό τους. Οι άνθρωποι της υπηρεσίας μου, αναμφίβολα φοβισμένοι που είδαν να χάνονται μπροστά στα μάτια τους τόσοι άνθρωποι, μπήκαν στο σπίτι μου, ακόμα και στο δωμάτιό μου, που από το φόβο τους το παραβίασαν, για να μου πουν πως άκουσαν μια φωνή που τους έλεγε ή μάλλον που τους διέταζε να φύγουν απ’ αυτό το μέρος.
Αφού πια σταμάτησε η επιδημία, οι Έλληνες πιστεύουν ότι βλέπουν πάνω στο βουνό της Παρθένου μια υπέργηρη γριά που φωνάζει: «Ακόμη, ακόμη!». Τα μάτια τους είναι άρρωστα. Οι κληρικοί βεβαιώνουν πως είδαν να βγαίνουν φωτιές από τους τάφους. Η θέση μου είναι αξιοθρήνητη. Φεβρουάριος 1818».
Τα μετά της πανώλης
Όπως γίνεται πολλές φορές μέσα από τέτοια γεγονότα, κάποιοι βγαίνουν κερδισμένοι. Αυτή τη φορά ο κερδισμένος, πέρα από τον θάνατο, ήταν ο Αλής.
Ο αισχρός αυτός και φιλάργυρος τύραννος, κατά την διάρκεια της πανώλης άνοιξε τις αποθήκες του και έδινε πλατύχερα στους Αρτινούς αλεύρι, το οποίο όμως ήταν χαλασμένο.
Οι Αρτινοί που πήραν, αργότερα το πλήρωσαν ακριβά. Όταν τα πράγματα ηρέμησαν, ο Αλής ζήτησε υπερβολικές τιμές για το αλεύρι και όσοι δεν είχαν να πληρώσουν κατέληγαν στην φυλακή με αποτέλεσμα ο Αλής να τους παίρνει τις περιουσίες.
Η Άρτα είχε πλέον καταρρεύσει. Το 1/3 του πληθυσμού της είχε βιολογικά χαθεί και ένα μεγάλο μέρος έπεσε στη φτώχεια. Μόλις πήγε να σηκώσει κεφάλι, θα έρθει η αποστασία του Αλή και η επανάσταση της Παλιγγενεσίας και η πόλη θα καταστραφεί.
Όταν ο Άγγλος διπλωμάτης, David Urquhart, θα έρθει το 1830 στην Άρτα, θα περιγράφει σκηνές ερειπίων.
Πηγές κειμένου
Αυγερινός Ανδρέου: Η Άρτα στον καιρό της Πανούκλας.
Φώτης Βράκας: Περίπατος στην Οθωμανική Άρτα.
Σεραφείμ Ξενόπουλος: Ιστορικό δοκίμιον.
Pouqueville, Resise durch Griechenland.
Σταυρόπουλος, Γιάννινα – Ηπειρος
19ος αιώνας.
Κωνσταντίνα Πανάγου: Συμβολή στην
ιστορία της Άρτας.
Ιοκάστη, Παναγιωτίδου: Υγεία- Ήπειρος.