Στην Κάτια…

Τον Βασίλη Σφαλτό τον θυμάμαι από τα γυμνασιακά μου χρόνια. Ένας ψηλός άντρας, με λεβέντικη κορμοστασιά, ευγενικό ύφος και σπινθηροβόλο βλέμμα, στεκόταν έξω από το μικρό του κατάστημα υποδημάτων στην πλατεία Κιλκίς και είχε περισσότερο διάθεση να κουβεντιάσει και να πιάσει φιλίες παρά να πουλήσει και να διώξει την πραμάτειά του.

Είχε πάνω του μιαν αρχοντιά, μια περηφάνια, μια βεβαιότητα, αρετές που δεν τις συναντάς εύκολα στους καθημερινούς σου ανθρώπους. Γιατί, είναι αλήθεια, ο Βασίλης Σφαλτός ξεχώριζε αμέσως ανάμεσα στους άλλους επαγγελματίες της μικρής πλατείας, καθώς ήταν πάντα καλοντυμένος, περιποιημένος, φρέσκος, δυναμικός και αισιόδοξος.

Συνήθως τους ανθρώπους, ακόμη και του μικρόκοσμού μας, τους βλέπαμε κατά κύριο λόγο μόνο απέξω. Ακόμη κι αυτούς που η ζωή τους ήταν μια ολόκληρη κι αλλιώτικη ιστορία. Κι εκείνους που κουβαλούσαν στην ψυχή τους εικόνες και μνήμες αλογάριαστες από την αναμέτρησή τους με τα θηρία του καιρού τους και τους ανοιχτούς λογαριασμούς που είχαν πολλές φορές ανοίξει με το θάνατο. Και προσπερνούσαμε σχεδόν αδιάφοροι τους ζωντανούς θρύλους του τόπου μας, αδυνατώντας να τους προσεγγίσουμε όπως τους πρέπει και να μπούμε, για λίγο έστω, στις περιοχές της βαθιάς αγωνίας τους και της κρυφής τους φιλοσοφίας για τη ζωή, για τον άνθρωπο, για το μέλλον.
Ψάχνοντας να βρω κάποιες επιπλέον λεπτομέρειες για τη δεκαετία 1940 – 1950, ξαναπήρα στα χέρια μου το βιβλίο με τίτλο «Μνήμες αγώνων» και υπότιτλο «Το πάθος, το πένθος, το όνειρο», που μας άφησε ιερή κληρονομιά ο μπάρμπα Βασίλης. Ομολογώ πως την πρώτη φορά-πάνε αρκετά χρόνια από τότε-το φυλλομέτρησα απλά, διάβασα το εξώφυλλο, το βιογραφικό τού συγγραφέα και τα εισαγωγικά σημειώματα, περιεργάστηκα τις φωτογραφίες, είδα τα περιεχόμενα και, αρκούμενος για την ώρα εκείνη σ’ αυτά, το ’βαλα στην άκρη, αφήνοντάς το να το κοιτάξω σε βάθος, όταν θα ’χα ευκαιρία.
Καθώς τώρα περιπλανήθηκα στις γραμμές του επισταμένως και τον ακολούθησα στις μεγάλες του περιπέτειες, αισθάνθηκα την ασημαντότητά μου μπροστά σ’ αυτόν τον υπέροχο άνθρωπο και σιχάθηκα τους μίζερούς μας καιρούς, γιατί φέρθηκαν με πολλή αχαριστία και αγνωμοσύνη σ’ όλους εκείνους που δε σταύρωσαν τα χέρια τους όταν στέναζε η πατρίδα. Και δεν περίμεναν να βάλουν οι άλλοι πρώτοι στη θηλιά το λαιμό τους, πολεμώντας εν μέσω μυρίων κακών για τη λευτεριά της και την αξιοπρέπειά της. Αλλά είχαν την αποκοτιά να ονειρευτούν έναν κόσμο καλύτερο και να χαραμίσουν τη ζωή τους κολλημένοι σ’ αυτό το καλό κι ανεκτίμητο όνειρό τους και παίρνοντας τον ανήφορο για την άνιση πάλη. Και πλήρωσαν με διώξεις και εξορίες το πάθος τους και την ακλόνητη πίστη τους στον αγώνα.
Γιατί το ζήτημα είναι πως οι άνθρωποι αυτοί δεν ανήκαν στους ήρωες των βιβλίων και δε συνιστούσαν κάποιες εξαιρετικές μορφές άλλων εποχών κι άλλων κόσμων. Ήταν ζωντανοί μπροστά μας, άνθρωποι της καθημερινότητάς μας, φτιαγμένοι με τα ίδια όπως κι εμείς υλικά, αλλά μ’ έναν άλλον αγέρα στη φύση τους και μ’ ένα αλλιώτικο πείσμα στα μάτια τους. Ήταν ζωντανοί μπροστά μας, αλλά ωστόσο οι πιο πολλοί μας ποτέ δε φροντίσαμε να τους προσέξουμε και να διακρίνουμε στην πίσω πλευρά της ψυχής τους κάτι απ’ την προσωπική τους στάση ζωής ή να νιώσουμε κάτι απ’ την εσώτερή τους πνοή.
Ο Βασίλης Σφαλτός ήταν ένας ονειροπόλος, ένας ανήσυχος άνθρωπος, μια ρομαντική φυσιογνωμία, ένας αγωνιστής, από εκείνους που βάζουν την τιμή και την αξιοπρέπεια πάνω απ’ τη ζωή.
Το βιβλίο του «Μνήμες αγώνων» είναι μια δωρεά, ένα μνημόσυνο και ένας φόρος τιμής στους συναγωνιστές του, στους πρωτοπόρους του εργατικού και λαϊκού κινήματος, στους μαχητές που έπεσαν για τα ιδανικά της ελευθερίας, της ανθρωπιάς και της κοινωνικής δικαιοσύνης. Οι «Μνήμες αγώνων» είναι μια σκληρή και, γι’ αυτό, καταπληκτική διαδρομή ενός ανθρώπου που άντεξε, που πολλές φορές στάθηκε μπροστά στο θάνατο και δε λύγισε, που χτυπήθηκε και βασανίστηκε σαν να ’ταν η ζωή του ένα τίποτα.
Ο Βασίλης Σφαλτός είχε την τύχη να επιζήσει και, γυρίζοντας απ’ την εξορία, να κουβαλήσει μαζί του όλες τις τρομερές και φριχτές αντιθέσεις και αντινομίες της ζωής. Και βρήκε την ψυχική δύναμη να καταγράψει την περιπέτεια μιας ζωής που είναι πλημμυρισμένη από τις ζωές των άλλων. Τις ζωές των συναγωνιστών του και των συντρόφων του.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ