Οι εμποροπανήγυρεις έχουν τις ρίζες τους στην αρχαιότητα και κατά την μεσαιωνική περίοδο διατελούσαν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη του εσωτερικού εμπορίου.

Κύριοι παράγοντες για την επιλογή του χώρου διεξαγωγής της εμποροπανήγυρης σε μια πόλη αποτελούσαν η γεωγραφική της θέση, η οδική σύνδεση, η γειτνίασή της με κάποιο λιμάνι και η εμπορικότητα. Όμως, για τον ύστερο μεσαίωνα και τους νέους χρόνους, γνωρίζουμε ότι η Άρτα είχε σημαντική ετήσια εμποροπανήγυρη.
Από τον 16ο αιώνα και μετά είναι γνωστό ότι αυτή η μεγάλη εμποροπανήγυρη που διεξάγονταν στην Άρτα, ονομάζεται Μχούστης ή στο τοπικό επαρχιακό ιδίωμα, Μχούστ. Για την προέλευση του ονόματος έχουν γραφτεί πολλά. Πολλοί είναι αυτοί που πιστεύουν ότι προέρχεται από την Αραβική και συγκεκριμένα από την λέξη Medhusea, που σημαίνει αγορά (bazaar) ζώων, όπως μου έγραψε ο φίλος Akylas Syguizis, ο οποίος κατέχει την Αραβική.
Σε κάποια άλλη έρευνα που είχα κάνει παλιότερα, φαίνεται ότι η λέξη μάλλον είναι Αλβανικής προέλευσης και σημαίνει παζάρι αλόγων. Όμως, επειδή ο τόπος δίνει το όνομα, πιο σωστή μου φαίνεται η ετυμολογία που μου έδωσε ο φιλόλογος και συγγραφέας, Δημήτρης Βλαχοπάνος: «Η λέξη Μχουστς είναι πέρα για πέρα Αρτινή. Και σημαίνει τόπο και όχι δραστηριότητα, συνήθεια, πανηγύρι και τέτοια. Αν πει κανένας τη λέξη αυτή στη Λάρισα, τη Λαμία, τα Τρίκαλα, την Κόρινθο κλπ, επιχειρώντας μάλιστα να τη συνδέσει με πανηγύρια και παζάρια, θα τον κοιτάνε παράξενα οι άνθρωποι και δε θα καταλαβαίνουν τι λέει και τι εννοεί.
Ο Μχουστς είναι η περιοχή κοντά στο παλιό νοσοκομείο Άρτας. Εκεί παλιά έβγαινε το ποτάμι και έχωνε την περιοχή με την άμμο που κουβαλούσε. Οπότε η περιοχή ονομάστηκε Αμμοχώστης. Με την παραφθορά, όπως συνηθίζουν οι τοπικές κοινωνίες, και λόγω της αδυναμίας των ανθρώπων να προφέρουν πολυσύλλαβες λέξεις, ο Αμμοχώστης έγινε Μοχώστης και Μ’χούστης, για να καταλήξει στο Μχουστς.
Οι παλιότεροι ακόμα και σήμερα, όταν αναφέρονται στην περιοχή Μπαϊκούση και παλιού νοσοκομείου, τη λένε Μχουστς. Επειδή παλιότερα στο μέρος αυτό γινόταν η εμποροπανήγυρη της Άρτας, επικράτησε στη συνέχεια ο όρος και ταυτίστηκε με το γεγονός, ανεξάρτητα αν η εμποροπανήγυρη στηνόταν στη συγκεκριμένη περιοχή ή σε κάποια άλλη».
Η συνοικία ήταν βασικά του Μπαϊκούση. Αν και το όνομα Μπαϊκούση το συναντάμε στην συνοικία αυτή, που όπως μου έγραψε ο Στάθης Μπαρτζώκας, στα 1860 το τοπωνύμιο το συναντάμε στα Γαλλικά αρχεία στα μισά του 18ου αιώνα, όπου ανεγέρθηκαν τρεις νερόμυλοι, για να εφοδιάζουν την πόλη με αλεύρι. Η λέξη είναι Τουρκική εκ του Bey kuş και εξελληνίστηκε.
Πάντως, με βάση το δεύτερο συνθετικό που σημαίνει «πουλί», δεν μπόρεσα να βγάλω άκρη αν και σίγουρα κάποια ερμηνεία θα υπάρχει.
Η εμποροπανήγυρη…
Ας έρθουμε τώρα στην εμποροπανήγυρη. Πέρα από τους εγχώριους που θα μπορούσε κανείς να συναντήσει εδώ να πουλάνε την πραμάτεια τους, μια σειρά ξένων από την Ραγούζα (Dubrovnik), Βενετία, Φλωρεντία, Κάτω Ιταλία, Μάλτα, όλοι ήταν παρόντες.
Από Μακεδονία, Θεσσαλία, Ακαρνανία, όλους θα μπορούσε κανείς να τους βρει εδώ, καθότι τέτοια αγαθά δεν παράγονταν στην Άρτα και την Ήπειρο, όπως παραδείγματος χάρη το βαμβάκι, το οποίο έφτανε εδώ από την Θεσσαλία. Προϊόντα όπως το κερί, βαμβάκι, λινάρι, βαφές, μετάξι, παστά κρέατα, λαρδί, τυριά, μαλλιά, χοιρομέρια, σιτηρά τα πάντα υπήρχαν σε αφθονία. Πλούσια ήταν και η ζωοπανήγυρη, η οποία εξυπηρετούσε περισσότερο την ντόπια και όμορη περιοχή της Άρτας.
Οι έμποροι σχεδόν έφευγαν πάντα άδειοι πίσω. Την παράσταση, απ’ ότι έχω μελετήσει έκλεβαν οι Βενετσάνοι και οι Ραγουζαίοι με τα ωραία υφάσματα, τα οποία αντάλλασσαν με αλάτι και σιτηρά. Από τα αρχεία της Ραγούζας προκύπτει πόσο δυνατός ήταν ο ανταγωνισμός των Βενετσάνων και Ραγουζαίων για το εμπόριο της Άρτας με τα ρούχα και υφάσματα, όταν τον 15ο αιώνα οι Βενετσάνοι κούρσεψαν το εμπόριο των Ραγουζαίων έτσι που να μην είναι ανταγωνιστές στην αγορά.
…Και οι Εβραίοι
Παρόντες στην εμποροπανήγυρη ήταν και οι Εβραίοι με τα πολύτιμα γυαλικά από την Βενετία. Βενετσάνοι και Εβραίοι δάνειζαν γνωστούς εμπόρους από την Βενετία για να πάρουν περισσότερα. Επειδή υπήρχε κάποια διαμάχη μεταξύ Βενετίας και Ραγούζας, οι μεν και οι δε προφανώς προσπαθούσαν να πείσουν εμπόρους να μην πουλήσουν στον έναν ή στον άλλον. Τότε έμπαιναν στο κόλπο οι Φλωρεντίνοι και τα αγόραζαν αυτοί, οι οποίοι συνήθως τα μεταπωλούσαν στους Βενετούς και σπάνια στους Ραγουζαίους.
Πλήθος λαού διέμενε στα λιγοστά – προφανώς – πανδοχεία ή στους δρόμους. Οι ντόπιοι χωρικοί οργανώνονταν σε ομάδες έτσι που να είναι καθοδόν ασφαλείς από ληστές και άγρια ζώα προκειμένου να παραβρεθούν στην αγορά. Είτε για να πουλήσουν είτε για να ανταλλάξουν είτε για να αγοράσουν. Για πολλούς αιώνες δεν άλλαξε τίποτα ακόμη και στην Τουρκοκρατία. Το μεγάλο πλήγμα που δέχτηκε η αγορά ήταν από το 1881 ως το 1913, όταν η Άρτα ενσωματώθηκε στο Ελληνικό Βασίλειο και η Φιλιππιάδα οργανώνοντας δική της εμποροπανήγυρη τής έκοψε τον κόσμο. Μάλιστα οι Οθωμανοί αύξαναν αυτές τις ημέρες τους τελωνειακούς δασμούς, έτσι που θα το σκέφτονταν κανείς (όσοι ήταν δυτικά του Αράχθου) να πάει στην αγορά της Άρτας.

Πηγές: Βέτσιος «Το εμπόριο στην περιοχή της Άρτας». Βέτσιος, «Η οικονομική και διπλωματική παρουσία των Βενετών στην Άρτα». Γιώργος Σιορόκας «Το Γαλλικό προξενείο της Άρτας». Αυγερινός Ανδρέου «Η Άρτα στην επανάσταση». Πουκεβίλ «Ταξίδι στην Ελλάδα». Κωνσταντίνα Πανάγου «Όψεις της κοινωνικής και οικονομικής ζωής στην Άρτα μετά την προσάρτηση το 1881». Νικόλ «Το Δεσποτάτο της Ηπείρου». Krekic «Dubrovnik (Ragusa)». Αφέντρα Μουτζάλη «Ο θεσμός της εμποροπανήγυρης». Ελ. Γιαννακοπούλου «Οι Ηπειρώτες έμποροι στην Ιταλία». Ευστρ. Συγκέλου – Σπ. Ασωνίτης «Ο Αμβρακικός κόλπος στον όψιμο Μεσαίωνα». William Turner «Journal of a tour in the Levant, Arta». Φώτης Βράκας «Περιηγητές στην Άρτα, Πρέβεζα…, μετάφραση κειμένου Charles Robert Cockorell». Xavier Scrofani «Voyage en Grèce, fait en 1794 et 1795». Φώτης Βράκας «Το εμπόριο της Άρτας και το εμπόριο της κάπας», Φώτης Βράκας «Ο Γερμανός γεωλόγος Alfred Philippson στην Φιλιππιάδα και Άρτα». Από συζητήσεις: Δημήτρης Βλαχοπάνος, Akylas Syguizis, Στάθης Μπαρτζώκας, Θεοχάρης Βαδιβούλης.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ