Ο Πόρος, αυτό το μικρό αλλά όμορφο και ιστορικό νησί του Αργοσαρωνικού, μας υποδέχθηκε τις τελευταίες μέρες του καλοκαιριού με το ρολόι ψηλά και την αμφιθεατρική του αρχιτεκτονική, σα σκηνικό των παλιών καλών ελληνικών ταινιών, κι εκείνης της ανθρωπιστικής αισιοδοξίας που ορισμένους μας συγκινεί ακόμα. Μπορεί ο Πόρος να μην κατάντησε viral, μπορεί να διατηρεί ακόμη τα ίχνη μιας αυθεντικότητας, όμως κι εδώ διαπιστώνεις πως «η Ελλάδα αλλάζει δυστυχώς, δίχως να κοιτάζει τη δική σου μελαγχολία». Στο μοναδικό βιβλιοπωλείο του νησιού έψαξα κατά το συνήθειό μου, αλλά δε βρήκα ούτε ένα μικρό εγχειρίδιο για την ιστορία του νησιού, για την αρχαία Καλαυρεία, για τη διαμονή του Καποδίστρια εκεί, για το ρωσικό ναύσταθμο, για την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου που αγιογράφησε ο Κωνσταντίνος Παρθένης κλπ.
Ο αρχαιολογικός χώρος στο ιερό του Ποσειδώνα ήταν αφύλακτος και παραμελημένος, αλλά οι ταβέρνες και οι καφετέριες γεμάτες από πιστούς προσκυνητές που καταφθάνουν εκεί με πολυτελέστατα γιοτ, ανυποψίαστους όμως για την πλούσια ελληνικότητα που ενυπάρχει ως παλίμψηστο στην ιστορία του νησιού. Σημάδια αυτής της ελληνικότητας είναι η βίλα «Γαλήνη» που βρίσκεται σε καλή κατάσταση, αλλά είναι κλειστή. Εδώ φιλοξενήθηκαν, μεταξύ άλλων, ο Ελευθέριος Βενιζέλος και ο Ποιητής μας Γιώργος Σεφέρης με «το ναυάγιο της Κίχλης του»: «Χώρες του ήλιου και δεν μπορείτε ν’ αντικρίσετε τον ήλιο/ χώρες του ανθρώπου και δεν μπορείτε ν’ αντικρίσετε τον Άνθρωπο». Σημάδι μιας ελληνικότητας που αλλοιώνεται και χάνεται σιγά- σιγά, είναι επίσης και το «Ξενία», αυτό το αριστούργημα της αρχιτεκτονικής του Άρη Κωνσταντινίδη, το οποίο όμως μετονομάστηκε σε «Poros image»! Ας θυμηθούμε τι έγραφε πριν αρκετά χρόνια ο Άρης Κωνσταντινίδης, γιατί εκτός των άλλων μας ενδιαφέρουν και για το δικό μας «Ξενία»: «Εκείνος που κοπιάζει για μιαν αληθινή αρχιτεκτονική δεν πρόκειται να βρει κατανόηση απ’ όσους κάνουνε μια ψεύτικη ζωή. Όσο πιο αληθινό βγαίνει ένα κτίριο, τόσο πιο μισητό θα γίνεται από μια κοινωνία που δεν νοιάζεται παρά μονάχα για τα εντυπωσιακά ανούσια καμώματά της.»
Φαντάστηκα πολλές φορές εκείνα τα παλικάρια με το πηλοφόρι στην ωμοπλάτη, κτίζοντας το «Ξενία» να τραγουδούν τα ποιήματα του Τάσου Λειβαδίτη σε μουσική Μίκη Θεοδωράκη. Όμως εμείς τις λίγες μέρες που μείναμε εκεί, δεν ακούσαμε ούτε μια φορά ελληνική μουσική. Η σημερινή αλλοτριωμένη Ελλάδα κινείται σε ρυθμούς my style Rocks, κι έχει ξεχάσει ήδη και τον Θεοδωράκη, και τον Χατζηδάκι, και το τι σημαίνει «Ξενία», και τον Κωνσταντινίδη, και τον Πικιώνη, και τον Θεοτοκά, και τον Τερζάκη, και όλους αυτούς που αναγέννησαν την Ελλάδα με τον αστικό μοντερνισμό της δεκαετίας του ’60, με τη δημιουργική αξιοποίηση της παράδοσής μας σε συνδυασμό με τα νέα δυναμικά δεδομένα εκείνης της περιόδου, ελληνικά και ξένα, τα οποία η χώρα μας είχε τότε τη δύναμη να αφομοιώνει.
Εδώ, στο μικρό αυτό νησί, είδαμε για άλλη μια φορά ξεκάθαρα πως το μόνο που μας ενδιαφέρει είναι το «τουριστικό προιόν». Και όλοι πλέον, άρχοντες και αρχόμενοι, όταν λέμε «τουριστικό προιόν», εννοούμε μόνο τα χρήματα. Για τα χρήματα χάσαμε και χάνουμε όλα όσα αξίζουν πραγματικά την αγάπη μας: την ιστορία μας, τις αξίες μας, τα τραγούδια μας, τα όνειρά μας, τα παιδιά μας. Υποταχθήκαμε χωρίς αντιστάσεις στον πιο άγριο, αυτά τα χρόνια, αμερικάνικο καπιταλισμό. Αφελληνιστήκαμε και ξεβρακωθήκαμε.